ΠΥΘΙΟ, Έβρος – Καθώς ξημερώνει στον Έβρο, στα βόρειο-ανατολικά σύνορα της Ελλάδας, μια ομάδα τριών οικογενειών, ενήλικες και παιδιά, διασχίζουν πεζή το Πύθιο και το Θούριο, δύο μικρά χωριά κοντά στον επαρχιακό δρόμο. «Ταξιδεύουμε τρεις μέρες, κατευθείαν από το Κομπάνι» [στα σύνορα της Συρίας με την Τουρκία], μας λέει μια […]
ΠΥΘΙΟ, Έβρος – Καθώς ξημερώνει στον Έβρο, στα βόρειο-ανατολικά σύνορα της Ελλάδας, μια ομάδα τριών οικογενειών, ενήλικες και παιδιά, διασχίζουν πεζή το Πύθιο και το Θούριο, δύο μικρά χωριά κοντά στον επαρχιακό δρόμο.
«Ταξιδεύουμε τρεις μέρες, κατευθείαν από το Κομπάνι» [στα σύνορα της Συρίας με την Τουρκία], μας λέει μια μεσήλικη γυναίκα, που θέλει να φτάσει στη Θεσσαλονίκη, 300 χιλιόμετρα πιο δυτικά. «Είμαστε πεινασμένοι και διψάμε. Χρειαζόμαστε βοήθεια για τα παιδιά μας», προσθέτει.
Αργότερα την ίδια μέρα, δύο νέοι άντρες περπατούν δίπλα στο Βυζαντινό κάστρο που δεσπόζει πάνω από το Πύθιο. Είναι από το Αφγανιστάν και τους πήρε οκτώ μήνες να φτάσουν ως εδώ. «Πηγαίνουμε στην Αθήνα», εξηγεί ο 22χρονος Safiullah, που κατάγεται από την Κουντούζ στο βόρειο Αφγανιστάν. Ο εξίσου αποφασισμένος συμπατριώτης του, ο Lalgul, 25 χρονών, είναι από την Μπαγκλάν. Συναντήθηκαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.
Και οι δύο ομάδες διέσχισαν το επικίνδυνο πέρασμα από την Τουρκία μέσω του ποταμού Έβρου, ο οποίος διατρέχει και τα 190 χιλιόμετρα συνοριογραμμής, εκτός από ένα μικρό κομμάτι 12,5 χιλιομέτρων. Την προηγούμενη μέρα, είχε ανασυρθεί ένας νεκρός από το ποτάμι, ο δωδέκατος που βρέθηκε στην ελληνική πλευρά φέτος. Οι νεκροί που εντοπίστηκαν στην περιοχή το 2017 ήταν εννέα. «Είναι πολύ μεγάλος αριθμός για εμάς, και περιμένουμε να αυξηθεί» είπε στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες ο ιατροδικαστής Παύλος Παυλίδης, προσθέτοντας ότι πρόσφατα υπήρξαν αναφορές και για άλλους αγνοουμένους, ανάμεσά τους και παιδιά.
Πρόκειται για σποραδικές συναντήσεις στα χωράφια και τα δάση που περιβάλουν τον ποταμό Έβρο συγκριτικά με τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, όταν οι καθημερινές αφίξεις σε αυτή και άλλες περιοχές σημείωσαν σημαντική αύξηση, ασκώντας σοβαρή πίεση στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) του Φυλακίου στον βόρειο Έβρο, από όπου θα έπρεπε να περνούν όλοι οι αιτούντες άσυλο. Οι αριθμοί τον Μάιο μειώθηκαν εξίσου δραματικά, με αποτέλεσμα να αμβλυνθεί έστω και προσωρινά η πίεση.
Τον Απρίλιο, περισσότεροι από 3.600 πρόσφυγες και μετανάστες πέρασαν στον Έβρο ενώ περίπου 3.000 έφτασαν μέσω θαλάσσης στα νησιά του Αιγαίου που βρίσκονται κοντά στην Τουρκία. Ήταν η πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια που οι χερσαίες αφίξεις ξεπέρασαν τις θαλάσσιες. Ο συνολικός αριθμός των αφίξεων στον Έβρο από τον Ιανουάριο ως τον Μάιο άγγιξε τις 7.200 σε σύγκριση με τις περίπου 5.600 που υπολογίζονται για όλο το 2017, σύμφωνα με στοιχεία που συνέλεξε η Ύπατη Αρμοστεία. Οι νέες αφίξεις προέρχονται κυρίως από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν και περιλαμβάνουν πολλές οικογένειες με παιδιά.
Αντιμέτωπη με αυτή την απρόσμενη ροή, η αστυνομία προχώρησε στην κράτηση εκατοντάδων ανθρώπων σε υποτυπώδεις αστυνομικές εγκαταστάσεις, μέχρι να μπορέσουν να μεταφερθούν στο ΚΥΤ Φυλακίου για την υποχρεωτική καταγραφή και ταυτοποίησή τους. Οι άνθρωποι που χρειάζονται προστασία πρέπει να μπορούν να περάσουν από διαδικασίες υποδοχής, να έχουν την απαραίτητη πληροφόρηση και εγγυημένη πρόσβαση στο άσυλο στο ΚΥΤ του Φυλακίου, μια κλειστή εγκατάσταση με χωρητικότητα για 240 ανθρώπους. Σχεδόν οι μισοί από αυτούς είναι ασυνόδευτοι ανήλικοι. Το ΚΥΤ παλεύει να ολοκληρώσει εγκαίρως τις διαδικασίες δεδομένου ότι απουσιάζουν βασικές υπηρεσίες όπως διερμηνεία, ιατρική και ψυχο-κοινωνική βοήθεια.
Η αστυνομία εντέλει απελευθέρωσε περισσότερους από 3.000 ανθρώπους. Οι περισσότεροι από αυτούς μετακινήθηκαν σε ανοιχτά κέντρα φιλοξενίας στη βόρεια Ελλάδα, όπως τα Διαβατά, μια πρώην στρατιωτική βάση κοντά στη Θεσσαλονίκη.
Η απελευθέρωση των ανθρώπων είναι ζωτικής σημασίας, οι οικογένειες και τα παιδιά δεν πρέπει να κρατούνται. Την ίδια στιγμή είναι σημαντικό οι άνθρωποι να πληροφορούνται για την πρόσβαση σε φροντίδα και τις διαδικασίες ασύλου. Πολλοί από αυτούς παρέμειναν χωρίς την κατάλληλη προστασία και βοήθεια.
Οι αρχές στον Έβρο αποδίδουν αυτή την ξαφνική πτώση στις αφίξεις στην περιοχή (από τον υψηλό αριθμό του Απριλίου σε περίπου 1.450 τον Μάιο και 227 τις δέκα πρώτες μέρες του Ιουνίου), σε μια πληθώρα λόγων, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας επιχειρησιακής στρατηγικής και της αυξημένης διασυνοριακής συνεργασίας με την Τουρκία.
«Τώρα η κατάσταση είναι διαχειρίσιμη. Είναι όμως απαραίτητο να είμαστε έτοιμοι σε περίπτωση που υπάρξει αύξηση των αφίξεων», δήλωσε ο Παναγιώτης Κουτούζος, Αστυνομικός Διευθυντής στην Αλεξανδρούπολη, που καλύπτει το κατώτερο τμήμα του ποταμού Έβρου.
Αυτός όπως και άλλοι αξιωματούχοι, ανάμεσά τους και η Διευθύντρια του ΚΥΤ Ειρήνη Λογοθέτη, συμφωνούν ότι χρειάζονται βελτιώσεις σε διάφορα επίπεδα. «Πρέπει να επεκταθούμε» σημειώνει η κ. Λογοθέτη. «Η χωρητικότητα των 240 θέσεων (στο ΚΥΤ) είναι πολύ μικρή». Επεσήμανε το ιατρικό κενό σαν τεράστιο πρόβλημα. Οι περισσότεροι άνθρωποι μένουν στο ΚΥΤ για λίγες μόνο μέρες.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, που διαθέτει μια μικρή αλλά σημαντική ομάδα στο Φυλάκιο και προσφέρει στενή υποστήριξη στις αρχές του Έβρου, πρότεινε πρόσφατα την εφαρμογή βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων για τη βελτίωση της δυνατότητας ανταπόκρισης στον Έβρο. Αυτά τα μέτρα περιλαμβάνουν την ανάγκη για επείγουσα αύξηση της χωρητικότητας του ΚΥΤ καθώς και τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών και των συνθηκών.
Η Ύπατη Αρμοστεία πρότεινε επιπλέον τη δημιουργία κινητών μονάδων καταγραφής και ανοιχτών διαμετακομιστικών κέντρων όπου θα μπορούν να κατευθύνονται οι αφίξεις του Έβρου για να πραγματοποιούνται οι διαδικασίες καταγραφής και ταυτοποίησης. Οικογένειες και παιδιά δεν θα πρέπει να κρατούνται και να παραπέμπονται σε ασφαλή καταλύματα και υπηρεσίες. Η Ύπατη Αρμοστεία κάλεσε επιπλέον σε αύξηση της δυνατότητας καταγραφής του αρμόδιου ανθρώπινου δυναμικού ώστε να διασφαλιστεί η πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου και η έγκαιρη καταγραφή.
Στο μεταξύ άνθρωποι συνεχίζουν να φτάνουν στα Διαβατά και σε άλλα παρόμοια κέντρα, καθώς η κυβέρνηση και οι εταίροι της παλεύουν να εντοπίσουν και να προετοιμάσουν κατάλληλες θέσεις φιλοξενίας. Πολλοί από αυτούς που ζουν σε σκηνές διάσπαρτες στο κέντρο των Διαβατών είναι πρόσφυγες από το Αφρίν της Συρίας. Την προηγούμενη νύχτα, περίπου 100 άνθρωποι έφτασαν στα Διαβατά από τον Έβρο αλλά μόνο 50 επρόκειτο να μεταφερθούν σε κάποιο άλλο κέντρο φιλοξενίας, μια διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει κι ένα μήνα. Οι νέες αφίξεις που αγγίζουν τις 1.300 ξεπερνούν πλέον τον αριθμό όσων μένουν σε προκατασκευασμένους οικίσκους (700), σε ένα κέντρο το οποίο έχει χωρητικότητα 900 ατόμων.
Ο Mahmoud Mustafa Atar, ένας 37χρονος ηλεκτρολόγος από το Αφρίν, με τη γυναίκα του και τους δύο του γιούς μοιράζονται έναν οικίσκο με άλλες οικογένειες από το Αφρίν και ανυπομονεί να βρεθούν σε δικό τους κατάλυμα. Ανησυχεί για το μέλλον και θρηνεί το παρελθόν. «Το Αφρίν είναι η πόλη μου, ο τόπος που γεννήθηκα και μεγάλωσα», μας λέει και προσθέτει: «Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να σώσω τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου».
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter