Σύμφωνα με νέα έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.), παρατηρείται μείωση του αριθμού των προσφύγων και των μεταναστών που έφτασαν στην Ευρώπη το πρώτο εξάμηνο του 2017. Ωστόσο, χωρίς να έχουν στη διάθεσή τους νόμιμες οδούς, πολλοί εξακολουθούν να καταφεύγουν σε αδίστακτους διακινητές και δίκτυα εμπορίας […]
Σύμφωνα με νέα έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.), παρατηρείται μείωση του αριθμού των προσφύγων και των μεταναστών που έφτασαν στην Ευρώπη το πρώτο εξάμηνο του 2017. Ωστόσο, χωρίς να έχουν στη διάθεσή τους νόμιμες οδούς, πολλοί εξακολουθούν να καταφεύγουν σε αδίστακτους διακινητές και δίκτυα εμπορίας ανθρώπων διακινδυνεύοντας να χάσουν τη ζωή τους ή να υποστούν κακομεταχείριση ή και τα δύο.
Σύμφωνα με την έκθεση, ο συνολικός αριθμός των ανθρώπων που διέσχισαν τη Μεσόγειο σημείωσε μεγάλη πτώση το πρώτο εξάμηνο του 2017, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2016, κυρίως λόγω της μείωσης της τάξης του 94% των ανθρώπων που επέλεξαν τη θαλάσσια οδό από την Τουρκία στην Ελλάδα. Στο μεταξύ, οι αφίξεις από τη Βόρεια Αφρική στην Ιταλία παρέμειναν στα ίδια επίπεδα με πέρυσι (έως τα τέλη Ιουνίου 83.752 άνθρωποι, και έκτοτε λιγότερες αφίξεις).
Παρά την πτώση του αριθμού των αφίξεων, η πιθανότητα του να χάσουν τη ζωή τους όσοι επιχειρούν να φτάσουν στην Ευρώπη εξακολουθεί να είναι ανησυχητικά υψηλή. Στην έκθεση καταγράφεται ότι περίπου 2.253 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους ή αγνοούνται στη θάλασσα, και τουλάχιστον 40 πέθαναν σε χερσαίες οδούς σε Ευρωπαϊκά σύνορα, ή κοντά σε αυτά. Καθώς η πλειοψηφία των ανθρώπων επιχειρεί το ταξίδι αυτό κρυφά, είναι δύσκολο να επιβεβαιωθούν αυτού του είδους οι πληροφορίες και οι παραπάνω εκτιμήσεις θεωρούνται ότι είναι συντηρητικές. Τα περιστατικά βίας και κακομεταχείρισης κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ιδίως στη Λιβύη, είναι κοινό φαινόμενο.
“Η λήψη μέτρων για τη μείωση του αριθμού των προσφύγων και των μεταναστών που φτάνουν στην Ευρώπη, χωρίς να ενισχύουμε παράλληλα την ειρηνευτική διαδικασία, την ανάπτυξη και τη δημιουργία ασφαλών οδών, είναι ηθικά απαράδεκτη”, δήλωσε ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες Filippo Grandi. “Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αγνοούμε τέτοιες παραβιάσεις που ξεκάθαρα συμβαίνουν, απλά επειδή δε τις βλέπουμε”, πρόσθεσε.
Στην έκθεση καταδεικνύεται ότι πολλοί από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που έφτασαν στην Ιταλία από τη Λιβύη επιβίωσαν από επικίνδυνα ταξίδια στην έρημο και από περιστατικά κακοποίησης, που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, σεξουαλική βία, βασανιστήρια και απαγωγές για λύτρα. Στη θάλασσα προς την Ιταλία, ένας στους 39 διακινδυνεύει να πεθάνει.
Και ενώ πολλοί επιχειρούν το ταξίδι αυτό γιατί αναζητούν μια καλύτερη ζωή, χιλιάδες άλλοι εγκαταλείπουν την πατρίδα τους για να ξεφύγουν από τη βία και τις διώξεις. Περίπου 11.400 από αυτούς που έφτασαν στην Ιταλία το πρώτο εξάμηνο του 2017 ήταν ασυνόδευτα ή χωρισμένα από την οικογένειά τους παιδιά. Πολλοί νεοαφιχθέντες, μεταξύ τους και παιδιά, ήταν θύματα σεξουαλικής βίας ή εμπορίας ανθρώπων. Συνολικά, πάνω από το 40% των αιτούντων άσυλο στην Ιταλία από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο πληρούσαν τα κριτήρια για την παροχή κάποιου είδους προστασίας.
Η έκθεση της Υ.Α. δείχνει επίσης μια αύξηση στον αριθμό των αφίξεων στην Ισπανία, με 9.500 να έχουν φτάσει στη χώρα από τις αρχές του Ιανουαρίου, κυρίως μέσω θαλάσσης, σε σύγκριση με τους 4.936 που έφτασαν το πρώτο εξάμηνο του 2016.
Τους πρώτους έξι μήνες του 2017 συνεχίστηκαν και οι χερσαίες μετακινήσεις κατά μήκος της Ευρώπης, αν και κυμάνθηκαν σε χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Οι άνθρωποι που συνέχιζαν περαιτέρω το ταξίδι τους παράτυπα από την Ελλάδα και τη Βουλγαρία κατήγγειλαν περιστατικά κακομεταχείρισης στα χέρια των διακινητών, καθώς και ξυλοδαρμούς και επιθέσεις από σκύλους της αστυνομίας. Επιπλέον, υπήρξαν αναφορές για ληστείες και απαγωγές από διακινητές με σκοπό τον εκβιασμό.
Κατά τη διάρκεια καταγραφής της έκθεσης, η Υ.Α. και οι εταίροι της συνέχιζαν να λαμβάνουν καταγγελίες για άτυπες επαναπροωθήσεις από τις κρατικές αρχές, μεταξύ άλλων στη Βουλγαρία, την Κροατία, την Ελλάδα, την Ουγγαρία, τη Ρουμανία, τη Σερβία, την Ισπανία και την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Υπήρξαν επίσης αναφορές για άρνηση πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου και καταγγελίες για περιστατικά βίας σε ορισμένες περιπτώσεις. Αν και ορισμένα κράτη έχουν λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση τέτοιων πράξεων, για παράδειγμα μέσω της διερεύνησης των καταγγελιών για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα σύνορα, η έκθεση καταδεικνύει ότι απαιτούνται επιπρόσθετα μέτρα.
Στην έκθεση υπογραμμίζεται ότι χρειάζεται να ανανεωθεί η δέσμευση για την εξασφάλιση προστασίας και λύσεων, μεταξύ άλλων και για αυτούς που κινούνται προς τη Λιβύη, καθώς και συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων και της διακίνησης. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να συνδυαστούν με τη δημιουργία περισσότερων ασφαλών και νόμιμων οδών, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης του προγράμματος επανεγκατάστασης και της διευκόλυνσης της οικογενειακής επανένωσης. Αυτό είναι κρίσιμης σημασίας εάν θέλουμε να προστατεύσουμε τους πρόσφυγες και τους μετανάστες απέναντι στα εγκληματικά δίκτυα, να περιορίσουμε την εξάρτηση από τα δίκτυα διακινητών και να μειώσουμε περαιτέρω τα περιστατικά κακοποίησης και τους θανάτους.
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter