Καθώς οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και αλλού ανεβάζουν τον αριθμό των βίαια εκτοπισμένων ανθρώπων παγκοσμίως στα 123 εκατομμύρια, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες καλεί τα κράτη να συνεργαστούν για την ειρήνη και την εξεύρεση κοινών λύσεων.
Ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες Filippo Grandi απηύθυνε έκκληση τη Δευτέρα στις κυβερνήσεις να μην υποκύψουν στον «κυνισμό και την απομόνωση» καθώς πολλαπλασιάζονται οι συγκρούσεις που φαίνονται αδιέξοδες, αλλά αντίθετα να συνεργαστούν για να προσφέρουν ειρήνη και λύσεις σε 123 εκατομμύρια βίαια εκτοπισμένους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
Στην εναρκτήρια ομιλία του στην ετήσια συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στη Γενεύη, ο Ύπατος Αρμοστής έκανε αναδρομή σε μια χρονιά που σημαδεύτηκε από την απώλεια και τη θλίψη και διαποτίστηκε από «το τρομερό ψέμα ότι ο δρόμος για την ειρήνη περνάει μέσα από τον πόλεμο». Η τρέχουσα κρίση στη Μέση Ανατολή και οι συνεχιζόμενες συγκρούσεις στο Σουδάν, την Ουκρανία, τη Μιανμάρ και αλλού σημαίνουν ότι το μέλλον «μοιάζει πιο αβέβαιο από ποτέ», τόνισε.
«Με φόντο την κρίση στη Μέση Ανατολή, θα ήταν εύκολο -και ίσως δελεαστικό- να γίνουμε κυνικοί απέναντι στην πολυμερή συνεργασία. Να οδηγηθούμε στην εσωστρέφεια. Αλλά ο κυνισμός και η απομόνωση δεν είναι πολυτέλειες που έχουν στη διάθεσή τους οι πρόσφυγες», δήλωσε ο κ. Grandi. «Υπάρχουν σήμερα 123 εκατομμύρια πρόσφυγες και εκτοπισμένοι άνθρωποι. Η κατάστασή τους απαιτεί την εξεύρεση λύσεων. Και ο μόνος τρόπος για να επιτύχουμε την εξεύρεση λύσεων είναι να δουλέψουμε μαζί».
Ο κ. Grandi απέτισε φόρο τιμής στους δύο συναδέλφους της Ύπατης Αρμοστείας που σκοτώθηκαν στις πρόσφατες ισραηλινές αεροπορικές επιθέσεις στον Λίβανο και στους 226 υπαλλήλους της UNRWA που έχουν σκοτωθεί από την έναρξη των συγκρούσεων στη Γάζα. Δεσμεύτηκε ότι παρά τους αυξανόμενους κινδύνους που διατρέχουν οι άμαχοι και οι εργαζόμενοι σε ανθρωπιστικές οργανώσεις στιςεμπόλεμες ζώνες παγκοσμίως, το προσωπικό της Ύπατης Αρμοστείας θα συνεχίσει να βρίσκεται στο πεδίο και να παρέχει βοήθεια.
Μειούμενοι πόροι
Η χρηματοδότηση της ανθρωπιστικής δράσης δεν μπόρεσε να συμβαδίσει με τον αυξανόμενο αριθμό κρίσεων παγκοσμίως, με την Ύπατη Αρμοστεία να κηρύσσει κατά μέσο όρο 40 καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ετησίως τα τελευταία τρία χρόνια. Ο κ. Grandi έφερε το παράδειγμα του πολέμου στο Σουδάν όπου περισσότεροι από 11 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί τους τελευταίους 18 μήνες, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 2 εκατομμυρίων προσφύγων. Όμως το σχέδιο προσφυγικής ανταπόκρισης χρηματοδοτείται μόνο κατά 27 τοις εκατό και οι προοπτικές για ειρήνη παραμένουν δυσοίωνες.
«Καμία ειρήνη, λίγοι πόροι – σε αυτή τη θανατηφόρα εξίσωση, κάτι πρέπει να γίνει», προειδοποίησε ο κ. Grandi. «Διαφορετικά, κανείς δεν θα πρέπει να εκπλαγεί αν ο αριθμός των εκτοπισμένων συνεχίζει να αυξάνεται και να επεκτείνεται γεωγραφικά. Γιατί η πραγματικότητα είναι ότι χωρίς την αίσθηση ασφάλειας και σταθερότητας, οι πρόσφυγες θα συνεχίσουν να μετακινούνται, κάτι για το οποίο ανησυχούν τόσο πολλά κράτη».
Ο συνολικός προϋπολογισμός της Ύπατης Αρμοστείας – αν και βελτιωμένος σε σχέση με τη «ζοφερή» κατάσταση στην οποία βρισκόταν στις αρχές του έτους – εξακολουθεί να χρηματοδοτείται μόνο κατά 45 τοις εκατό έναντι συνολικών αναγκών ύψους 10,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το 2024, με την αβεβαιότητα να κυριαρχεί για το επόμενο έτος και μετέπειτα. «Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να λειτουργούμε έτσι. Ούτε και εσείς μπορείτε να το κάνετε. Αυτή η προσέγγιση δεν είναι βιώσιμη», τόνισε ο κ. Grandi στις κυβερνήσεις.
Βιώσιμες προσεγγίσεις
Μια προσέγγιση που προσφέρει οφέλη για τους εκτοπισμένους, τις τοπικές κοινότητες, τις χώρες υποδοχής και τους δωρητές είναι να μειώσουμε τηνυπερβολική εξάρτηση που υπάρχει σήμερα από την ανθρωπιστική βοήθεια – ιδίως σε παρατεταμένες προσφυγικές καταστάσεις – υπέρ προσεγγίσεων που να είναι περισσότερο βιώσιμες. Αυτές θα επιτρέψουν τη συμπερίληψη των προσφύγων στις τοπικές κοινότητες και στα εθνικά συστήματα, ενώ περιμένουν πιο μακροπρόθεσμες λύσεις, όπως είναι η ασφαλής επιστροφή στις χώρες καταγωγής τους ή η επανεγκατάσταση αλλού.
«Αυτό το μοντέλο δεν αφορά τη μετατόπιση του βάρους στις χώρες υποδοχής», τόνισε ο Ύπατος Αρμοστής. «Πρόκειται για την ενίσχυση – μεταξύ άλλων μέσω οικονομικής στήριξης – της δυνατότητας ανταπόκρισης και της ανθεκτικότητας των χωρών και των κοινοτήτων υποδοχής, ώστε να μπορούν να συμπεριλάβουν με επιτυχία και με βιώσιμο τρόπο τους εκτοπισμένους ανθρώπους στα εθνικά τους συστήματα για όσο διάστημα οι εκτοπισμένοι βρίσκονται εκεί».
Μια άλλη πρόκληση που απαιτεί νέες προσεγγίσεις είναι το φαινόμενο να ακολουθούν οι πρόσφυγες και άλλοι άνθρωποι που διαφεύγουν για να βρουν ασφάλεια από τον πόλεμο, τη βία και τους διωγμούς όλο και περισσότερο τις ίδιες διαδρομές με εκείνους που μετακινούνται αναζητώντας καλύτερες οικονομικέςευκαιρίες. Αυτές οι λεγόμενες «μικτές ροές» προσφύγων και μεταναστών δημιουργούν προκλήσεις για τις χώρες κατά μήκος των διαδρομών, καθώς και για όσους τις ακολουθούν, οι οποίοι αντιμετωπίζουν παρόμοιους σημαντικούς κινδύνους.
Ο κ. Grandi προέτρεψε τις χώρες να μην επικεντρώνονται μόνο στα δικά τους σύνορα, αλλά να προωθούν εναλλακτικές λύσεις απέναντι στα επικίνδυνα αυτά ταξίδια. Αυτές θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τη δημιουργία περισσότερων νόμιμων οδών εισόδου – όπως η επανεγκατάσταση και η οικογενειακή επανένωση – ή την υποστήριξη εναλλακτικών λύσεων έναντι της περαιτέρω μετακίνησης στις χώρες διέλευσης – όπως είναι τα προγράμματα νόμιμης παραμονής και ρύθμισης του νομικού καθεστώτος.
Μια στροφή προς τέτοιες προσεγγίσεις που έχουν ως βάση τους τις διαδρομές που ακολουθούνται (routes-based approach), απαιτεί σημαντικές επενδύσεις στις χώρες διέλευσης και υποδοχής, δήλωσε ο κ. Grandi, προσθέτοντας ότι όποιες λύσεις και ανπροκύψουν στη βάση του πραγματισμού και βασικών αρχών, η Ύπατη Αρμοστεία θα συνεχίσει να υπερασπίζεται σθεναρά τον θεσμό του ασύλου.
Στιγμές ελπίδας
Παρά τις ανησυχητικές παγκόσμιες εξελίξεις, ο κ. Grandi επισήμανε αρκετές αχτίδες φωτός μέσα στο σκοτάδι, καθώς το 2024 αναμένεται να υποβληθεί για συμμετοχή σε προγράμματα επεναγκατάστασης ο αριθμός ρεκόρ των 200.000 προσφύγων.
Τις τελευταίες εβδομάδες το Τουρκμενιστάν έγινε η δεύτερη χώρα μετά το Κιργιστάνπου έχει επιλύσει όλες τις γνωστές περιπτώσεις ανθρώπων που ήταν σε καθεστώς ανιθαγένειας. Το επίτευγμα αυτό αποτελεί μέρος της δεκαετούς εκστρατείας #IBelong της Ύπατης Αρμοστείας, κατά τη διάρκεια της οποίας μισό εκατομμύριο ανιθαγενείς άνθρωποι απέκτησαν ιθαγένεια. Τη Δευτέρα, ο κ. Grandi εγκαινίασε μια νέα Παγκόσμια Συμμαχία για τον Τερματισμό της Ανιθαγένειας με σκοπό να συνεχίσει την πρόοδο που σημειώθηκε μέσω της εκστρατείας #IBelong.
Ανέφερε επίσης το ενθαρρυντικό παράδειγμα που έδωσαν οι πρόσφυγες αθλητές των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων που αγωνίστηκαν στο Παρίσι νωρίτερα φέτος, καθώς και τις πέντε θαρραλέες γυναίκες – μία παγκόσμια βραβευθείσα και τέσσερις περιφερειακές νικήτριες – οι οποίες τιμήθηκαν με τοΒραβείο Προσφύγων Nansen 2024 στη Γενεύη το βράδυ της Δευτέρας.
Επιστρέφοντας στην ανάγκη για συλλογική δράση με σκοπό την αντιμετώπιση των σημερινών παγκόσμιων προκλήσεων, ο κ. Grandi κατέληξε: «Σας ικετεύω όλους να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε – από κοινού και με ταπεινότητα – για να αδράξουμε κάθε ευκαιρία προκειμένου να βρούμε λύσεις για τους πρόσφυγες. Και όσο προσπαθούμε προς αυτή την κατεύθυνση, σας παρακαλώ να κρατήσουμε τηνελπίδα ζωντανή. Ελπίδα ότι η ειρήνη θα έρθει επιτέλους σε όλες αυτές τις χώρες όπου τώρα μοιάζει τόσο μακρινή, τόσο ανέφικτη».
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter