Έναν χρόνο μετά, ο πόλεμος συνεχίζει να μαίνεται στο Σουδάν, με τη χώρα και τους γείτονές της να βιώνουν μια από τις μεγαλύτερες και πιο δύσκολες ανθρωπιστικές κρίσεις και κρίσεις εκτοπισμού στον κόσμο. Ο αριθμός των Σουδανών που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους έχει πλέον ξεπεράσει τα 8,5 εκατομμύρια, συμπεριλαμβανομένου 1,8 εκατομμυρίου που έχει αναζητήσει καταφύγιο εκτός συνόρων.
Η συνεχιζόμενη σύρραξη έχει καταστρέψει ανθρώπινες ζωές, σκορπίζοντας φόβο και οδηγώντας σε απώλειες. Οι επιθέσεις κατά αμάχων και τα περιστατικά σεξουαλικής και έμφυλης βίας που σχετίζονται με τις συγκρούσεις συνεχίζονται αμείωτα, κατά παράβαση του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και του δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το Σουδάν έχει βιώσει τη σχεδόν πλήρη καταστροφή της αστικής μεσαίας τάξης του: αρχιτέκτονες, γιατροί, δάσκαλοι, νοσοκόμες, μηχανικοί και φοιτητές έχουν χάσει τα πάντα.
Οι περιορισμοί στην πρόσβαση, οι κίνδυνοι ασφάλειας και οι υλικοτεχνικές προκλήσεις δυσχεραίνουν την ανθρωπιστική ανταπόκριση. Χωρίς εισοδήματα, και εν μέσω διακοπτόμενων αποστολών βοήθειας, οι άνθρωποι δεν μπορούν να προμηθευτούν τρόφιμα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε επιδεινούμενα επίπεδα πείνας και υποσιτισμού σε κάποιες περιοχές της χώρας.
Ενώ ο πόλεμος ξεκίνησε πριν από έναν χρόνο, χιλιάδες άνθρωποι διασχίζουν καθημερινά τα σύνορα σαν η κρίση να ξέσπασε χθες. Στο Νότιο Σουδάν, περισσότεροι από 1.800 άνθρωποι κατά μέσο όρο εξακολουθούν να φτάνουν κάθε μέρα, πιέζοντας περαιτέρω τις επιβαρυμένες υποδομές και αυξάνοντας τις τεράστιες ανθρωπιστικές ανάγκες. Η χώρα έχει δεχθεί τους περισσότερους ανθρώπους από το Σουδάν – σχεδόν 640.000 άτομα – πολλοί από αυτούς είναι Νοτιοσουδανοί που επιστρέφουν μετά από πολλά χρόνια.
Το Τσαντ βίωσε τη μεγαλύτερη εισροή προσφύγων στην ιστορία του. Ενώ οι ομάδες της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και των εταίρων της κατάφεραν να μετεγκαταστήσουν τους περισσότερους πρόσφυγες σε νέους και διευρυμένους οικισμούς, πάνω από 150.000 παραμένουν σε παραμεθόριες περιοχές σε συνθήκες υπερπληθυσμού και ανθυγιεινής διαβίωσης, κυρίως λόγω έλλειψης χρηματοδότησης.
Στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, μόνο τον Μάρτιο, περισσότεροι από 2.200 άνθρωποι έφτασαν από το Σουδάν σε δυσπρόσιτες περιοχές όπου οι υλικοτεχνικές προκλήσεις εμποδίζουν την παροχή βοήθειας.
Ο αριθμός των Σουδανών που έχουν καταγραφεί από την Ύπατη Αρμοστεία στην Αίγυπτο έχει πενταπλασιαστεί τον τελευταίο χρόνο, με 2.000 έως 3.000 πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο από το Σουδάν να προσεγγίζουν κατά μέσο όρο καθημερινά τις δομές υποδοχής της Ύπατης Αρμοστείας στην ευρύτερη περιοχή του Καΐρου και της Αλεξάνδρειας.
Η Αιθιοπία, η οποία ήδη φιλοξενεί έναν από τους μεγαλύτερους προσφυγικούς πληθυσμούς στην αφρικανική ήπειρο, αναφέρει επίσης συνεχείς νέες αφίξεις προσφύγων, που πρόσφατα ξεπέρασαν τις 50.000.
Όσοι περνούν τα σύνορα, κυρίως γυναίκες και παιδιά, φτάνουν σε απομακρυσμένες περιοχές με λίγα ή καθόλου υπάρχοντα και έχοντας απεγνωσμένα ανάγκη από φαγητό, νερό, στέγη και ιατρική περίθαλψη. Πολλές οικογένειες έχουν χωριστεί και καταφτάνουν αναστατωμένες. Γονείς και παιδιά έχουν δει ή βιώσει τρομακτική βία, κάτι που καθιστά την ψυχοκοινωνική υποστήριξη προτεραιότητα.
Πολλά παιδιά φτάνουν υποσιτισμένα. Στο Τσαντ, εντοπίστηκαν 33.184 περιπτώσεις μέτριου οξέος υποσιτισμού και 16.084 περιπτώσεις σοβαρού οξέος υποσιτισμού μεταξύ παιδιών κάτω των 5 ετών που αφίχθησαν τους τελευταίους μήνες.
Καθώς οι συγκρούσεις συνεχίζονται και η έλλειψη βοήθειας και ευκαιριών εντείνεται, όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα αναγκαστούν να διαφύγουν από το Σουδάν σε γειτονικές χώρες ή να μετακινηθούν περαιτέρω, διακινδυνεύοντας τη ζωή τους, ξεκινώντας μακρινά και επικίνδυνα ταξίδια αναζητώντας ασφάλεια.
Τον τελευταίο χρόνο, η Ουγκάντα – η οποία έχει ήδη πάνω από 1 εκατομμύριο πρόσφυγες – έχει υποδεχθεί 30.000 Σουδανούς πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένων πάνω από 14.000 από την αρχή του έτους. Οι περισσότεροι Σουδανοί που φτάνουν είναι από το Χαρτούμ και έχουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Τα στατιστικά στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας δείχνουν αυξημένες μετακινήσεις Σουδανών προσφύγων προς την Ευρώπη, με 6.000 να φτάνουν στην Ιταλία από την Τυνησία και τη Λιβύη από τις αρχές του 2023 – σχεδόν εξαπλάσια αύξηση από το προηγούμενο έτος.
Οι χώρες υποδοχής υπήρξαν εξαιρετικά γενναιόδωρες στην υποδοχή όσων αναγκάστηκαν να τραπούν σε φυγή και καταβάλλουν προσπάθειες για να εξασφαλίσουν την πρόσβασή τους σε δημόσιες υπηρεσίες, για την απόκτηση εγγράφων, την παροχή εκπαίδευσης, υγειονομικής περίθαλψης και στέγασης, μεταξύ άλλων. Εργαζόμαστε σκληρά για να κινητοποιηθεί εγκαίρως μια αναπτυξιακή ανταπόκριση για τη στήριξη των εθνικών υπηρεσιών σύμφωνα με το Παγκόσμιο Σύμφωνο για τους Πρόσφυγες.
Παρά το μέγεθος αυτής της κρίσης, η χρηματοδότηση παραμένει εξαιρετικά χαμηλή. Μόλις το 7 τοις εκατό των αναγκών που περιγράφονται στο Περιφερειακό Σχέδιο Προσφυγικής Ανταπόκρισης του 2024 για το Σουδάν έχει καλυφθεί. Ομοίως, το Σχέδιο Ανθρωπιστικής Ανταπόκρισης για το εσωτερικό του Σουδάν έχει χρηματοδοτηθεί μόλις κατά 6 τοις εκατό. Η Ύπατη Αρμοστεία και οι εταίροι της σώζουν ζωές, αλλά σε πολλές περιοχές δεν έχουμε καταφέρει να παράσχουμε ούτε τα ελάχιστα. Χρειάζονται σταθερές δεσμεύσεις από τη διεθνή κοινότητα για τη στήριξη του Σουδάν και των χωρών που φιλοξενούν πρόσφυγες, ώστε να διασφαλιστεί ότι όσοι ξεριζώνονται εξαιτίας του πολέμου μπορούν να ζήσουν με αξιοπρέπεια.
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter