© UNHCR/Ala Kheir
Όταν εκατοντάδες άνθρωποι που διέφυγαν από τις μάχες στο Χαρτούμ άρχισαν να συρρέουν στη γενέτειρά του, το Wad Madani, περίπου 130 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της εμπόλεμης πρωτεύουσας, ο Abdelraheem Osman, 29 ετών, κινητοποίησε αμέσως τους φίλους του για να προσφέρουν βοήθεια.
Ανήκαν σε μια τοπική ομάδα νέων που αποτελούνταν κυρίως από φοιτητές πανεπιστημίου που είχαν εμπλακεί σε διάφορες κοινοτικές δραστηριότητες πριν από τον πόλεμο, συμπεριλαμβανομένης της δενδροφύτευσης και της σίτισης των αστέγων. Αλλά ποτέ δεν χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν μια έκτακτη ανάγκη τέτοιας κλίμακας. Μετέτρεψαν το πρώην δημοτικό σχολείο τους σε προσωρινό καταφύγιο για εκτοπισμένους Σουδανούς και πρόσφυγες και συγκέντρωσαν δωρεές από την τοπική κοινότητα για να τους παράσχουν τρόφιμα.
Τελικά, ορισμένοι από τους εθελοντές άρχισαν να επιστρέφουν στις οικογένειές τους, είπε ο Abdelraheem. «Τότε χρειαστήκαμε ανθρώπους από την κοινότητα που ζούσε μέσα στο σχολείο για να εργαστούν στο νέο τους σπίτι. Δημιουργήσαμε μια νέα ομάδα για τη διαχείριση του κέντρου».
Έξι μήνες αργότερα, η ομάδα, που αποτελείται από 10 μέλη, μεταξύ των οποίων πέντε γυναίκες, παρέχει καθημερινά γεύματα και νερό στα 360 άτομα που είναι στριμωγμένα στο δημοτικό σχολείο του Μπαντάρ, το οποίο ήταν κλειστό για τους μαθητές από την έναρξη της σύγκρουσης.
«Παρέχουμε τις υπηρεσίες μας στο βαθμό που μπορούμε», είπε ο Abdelraheem. «Είμαστε όλοι νέοι –ο μικρότερος είναι 14 ετών– αλλά με αισιόδοξη σκέψη. Προσπαθούμε να μην υστερήσουμε ποτέ».
Οι εθελοντές διαχειρίζονται μια κεντρική κουζίνα, όπου ετοιμάζουν πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό. Επίσης, εντοπίζουν και παραπέμπουν τους ασθενείς και τους ευάλωτους σε υπηρεσίες αρωγής που τους παρέχουν θεραπεία και ψυχοκοινωνική συμβουλευτική.
Σοβαρή Υποχρηματοδότηση
Από τότε που ξέσπασαν οι συγκρούσεις μεταξύ δύο αντίπαλων στρατιωτικών ομάδων στο Χαρτούμ στις 15 Απριλίου και γρήγορα επεκτάθηκαν σε άλλα μέρη της χώρας, η κρίση έχει αναγκάσει περισσότερους από 6 εκατομμύρια ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 1,2 εκατομμυρίων που έχουν αναζητήσει ασφάλεια σε γειτονικές χώρες. Χωρίς να διαφαίνεται τέλος στη βία και με τις προσπάθειες βοήθειας υποχρηματοδοτούμενες, εθελοντές όπως ο Abdelraheem και οι φίλοι του αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις νερού, τροφίμων και φαρμάκων.
«Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι το φαγητό», είπε. «Αλλά πηγαίνουμε σε υπουργεία και οργανώσεις για να ζητήσουμε υποστήριξη. Κανείς δεν θα την παράσχει αμέσως, αλλά έχουμε το απόθεμά μας. Βγαίνουμε έξω και ψάχνουμε για ανθρώπους που θα δωρίσουν και θα στηρίξουν».
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες συντονίζεται με άλλους εταίρους για την παροχή ουσιαστικής ανθρωπιστικής βοήθειας στους εκτοπισμένους, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας, της στέγης, του νερού, της τροφής και των φαρμάκων.
«Οι εθελοντές της κοινότητας όπως αυτοί οι νεαροί μαθητές είναι ζωτικής σημασίας για την απόκρισή μας σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, ειδικά σε περιόδους που οι πόροι είναι τόσο περιορισμένοι», δήλωσε η Zolfa Osman, συνεργάτης της Ύπατης Αρμοστείας. «Γνωρίζουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κοινότητά τους και έχουν άμεση επαφή μαζί τους, κάτι που μας διευκολύνει έτσι ώστε να επικοινωνούμε μαζί τους».
Ο Abdelraheem και η ομάδα του ξεκινούν τη μέρα τους περπατώντας στο κέντρο της πόλης μιλώντας με οικογένειες που κοιμούνται στο πάτωμα κάτω από σκηνές που παρέχονται από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
«Η ομάδα που βλέπετε εδώ αποτελείτε κατά 99% από άτομα του καταυλισμού», είπε, δείχνοντας μερικούς από τους νεαρούς εθελοντές που ζουν στο κέντρο, «Οι ηλικίες μας είναι παρόμοιες και οι ιδέες μας είναι κοντινές…. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι συνεργάστηκαν για να βοηθήσουν και να προστατέψουν τις οικογένειες και τα παιδιά τους που είναι εδώ».
Δείχνοντας αλληλεγγύη στην πράξη
Ο Luai Mowafag, ένας Σύρος πρόσφυγας που ζούσε στο Χαρτούμ για οκτώ χρόνια πριν ξεκινήσει η σύγκρουση, άρχισε πρόσφατα να οργανώνει μαθήματα για τα παιδιά των οικογενειών που έμεναν στο σχολείο.
«Έφυγα από τον πόλεμο [στη Συρία] και ήρθα στο Σουδάν για να βγάλω το παιδί μου από το περιβάλλον του πολέμου», είπε, προσθέτοντας ότι ο γιος του, τώρα 17 ετών, επέστρεψε στη Συρία για μια επίσκεψη λίγο πριν την έναρξη των μαχών και τελικά παρέμεινε εκεί. «Αυτά τα παιδιά είναι τόσο σημαντικά για μένα όσο και ο γιος μου».
Διδάσκει στα παιδιά βασική γραμματική και αριθμητική και λέει ότι τα μαθήματα δεν τους προσφέρουν απλώς την ευκαιρία να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους, αλλά έναν ασφαλή χώρο όπου μπορούν να θεραπεύσουν τα τραύματα του πολέμου.
«Ξεκίνησα αυτή την πρωτοβουλία για δύο λόγους, [πρώτον] για χάρη του Θεού, και [δεύτερον] είναι μια μικρή προσπάθεια από μέρους μου να ανταποδώσω λίγη από την ευγένεια αυτού του έθνους», είπε. «Ο λαός του Σουδάν μας φιλοξένησε και είμαι ένας από τους ανθρώπους που έμεινα εδώ για οκτώ χρόνια. Δεν γύρισα πίσω [στη Συρία] μετά την έναρξη αυτού του πολέμου. Έχω ένα χρέος που θα προσπαθήσω να ξεπληρώσω».
Παρά τις τεράστιες προκλήσεις, ο Abdelraheem παραμένει αισιόδοξος για το μέλλον του Σουδάν.
«Το Σουδάν είναι μια σπουδαία χώρα, ακόμα κι αν κατέρρευσε εντελώς, εξακολουθεί να είναι μια χώρα που αγαπούν όλοι», είπε. «Το Σουδάν θα σταθεί ξανά όρθιο, θα ανακατασκευαστεί καλύτερα από πριν. Αυτό είναι απλώς μια δοκιμασία. Δοκιμάζεται η πίστη και η υπομονή μας».
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter