Η Σύμβαση του 1951 για την Προστασία των Προσφύγων, το θεμέλιο της διεθνούς προστασίας για τους ανθρώπους που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, έχει σώσει αμέτρητες ζωές. Σήμερα, που η Σύμβαση συμπληρώνει 70 χρόνια ζωής, υπάρχουν επικριτές που ισχυρίζονται ότι δεν είναι πλέον επίκαιρη και αποτελεί προϊόν μιας άλλης εποχής. Εάν όμως δεν την υπερασπιστούμε και δεν την τιμήσουμε, εκατομμύρια άνθρωποι θα πληρώσουν το τίμημα.
Τα τελευταία 70 χρόνια, δεν υπάρχει γωνιά του κόσμου που να μην έχει έρθει αντιμέτωπη με τις προκλήσεις της αναγκαστικής μετακίνησης. Στα τέλη της περασμένης χρονιάς, ο αριθμός των ξεριζωμένων, συμπεριλαμβανομένων προσφύγων και εσωτερικά εκτοπισμένων, είχε φτάσει τα 82,4 εκατομμύρια – αριθμός που διπλασιάστηκε την τελευταία δεκαετία.
Τα αίτια και η δυναμική της αναγκαστικής μετακίνησης αλλάζουν συνεχώς αλλά η Σύμβαση για τους Πρόσφυγες πάντα προσαρμοζόταν για να καθρεφτίσει αυτές τις αλλαγές. Αποτελεί τη σύγχρονη ενσάρκωση του θεσμού του ασύλου, την οποία έχουν συμπληρώσει πολλά ακόμα σημαντικά νομικά κείμενα τα τελευταία 70 χρόνια – ενδυναμώνοντας τα δικαιώματα των γυναικών, των παιδιών, των ατόμων με αναπηρία, της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας και πολλών άλλων.
Ορισμένες κυβερνήσεις, ενδίδοντας ή παίρνοντας θάρρος από έναν στενόμυαλο λαϊκισμό που συχνά εδράζεται σε παραπληροφόρηση, έχουν προσπαθήσει τους τελευταίους μήνες να απορρίψουν τις θεμελιώδεις αρχές της Σύμβασης. Όμως το πρόβλημα δεν είναι τα ιδανικά ή η γλώσσα της Σύμβασης. Το πρόβλημα βρίσκεται στο να διασφαλιστεί ότι τα κράτη παντού συμμορφώνονται στην πράξη με τη Σύμβαση.
Όταν 200.000 Ούγγροι τράπηκαν σε φυγή το 1956, σχεδόν όλοι τους βρήκαν καταφύγιο σε άλλες χώρες μέσα σε λίγους μήνες. Όταν ξεκίνησα να εργάζομαι στον ανθρωπιστικό τομέα – στην Ταϋλάνδη, στις αρχές της δεκαετίας του 1980 – εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες στη Ινδοκίνα μπόρεσαν να επανεγκατασταθούν σε όλο τον κόσμο.
Σήμερα, μια τέτοια ανταπόκριση γίνεται όλο και πιο σπάνια. Ενώ πρόσφυγες και μετανάστες συνεχίζουν να κάνουν επικίνδυνα και κάποιες φορές μοιραία ταξίδια μέσα από ερήμους, θάλασσες και βουνά, φοβούμενοι για τη ζωή τους, η διεθνής κοινότητα αποτυγχάνει ξεκάθαρα να συνασπιστεί στην αναζήτηση βιώσιμων λύσεων για αυτούς τους απελπισμένους ανθρώπους.
Ακόμα χειρότερα, τώρα βλέπουμε κινήσεις που στόχο έχουν να αρνηθούν στους πρόσφυγες το άσυλο ή που μεταθέτουν την ευθύνη για την προστασία τους, «στοιβάζοντάς» τους αλλού. Όμως, αν η απάντηση των πιο πλούσιων κρατών, που είναι ευλογημένα με πληθώρα πόρων, είναι να χτίζουν τείχη, να κλείνουν τα σύνορα και να επιστρέφουν με τρόπο αναγκαστικό και άτυπο ανθρώπους στη θάλασσα, γιατί να μην ακολουθήσουν αυτό το παράδειγμα και άλλοι; Σχεδόν το 90 τοις εκατό των προσφύγων του κόσμου βρίσκονται σε αναπτυσσόμενες ή στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες. Τι θα έπρεπε να κάνουν αυτά τα κράτη όταν υπάρχει τέτοια περιφρόνηση για το ιδανικό της προστασίας;
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να μειωθεί ο αριθμός των αναγκαστικά εκτοπισμένων. Αποφασιστική δράση προκειμένου να μπει ένα τέλος στις συρράξεις, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής υποβάθμισης… όλα αυτά θα είχαν αποτέλεσμα, αφού αντιμετωπίζουν τα βαθύτερα αίτια του ανθρώπινου εκτοπισμού.
Ωστόσο, δεν υπάρχει η αναγκαία πολιτική βούληση για τέτοιες λύσεις. Eνώ μακροχρόνιες συρράξεις υποβόσκουν, άλλες νέες ξεσπούν. Η κλιματική αλλαγή και οι περιβαλλοντικές καταστροφές παίζουν ολοένα μεγαλύτερο ρόλο στις κρίσεις εκτοπισμού, κι όμως οι χώρες δυσκολεύονται να συμφωνήσουν σε ένα κοινό πλαίσιο δράσης για να περιορίσουν την άνοδο της θερμοκρασίας. Μόνο αυτό το καλοκαίρι, είδαμε τη Βόρεια Αμερική να σαρώνεται από κύματα καύσωνα και πυρκαγιές ενώ σοβαρές πλημμύρες έπληξαν την Κεντρική Ευρώπη και την Κίνα. Οι συνέπειες αυτών των ακραίων φαινομένων, καθώς επηρεάζουν όλο και περισσότερα μέρη του πλανήτη, θα έχουν αναπόφευκτα αντίκτυπο και στη μετακίνηση πληθυσμών.
Όσοι από εμάς είμαστε αρκετά τυχεροί να ζούμε με σχετική ευμάρεια και σταθερότητα δεν μπορούμε να θεωρούμε αυτά τα δώρα ως δεδομένα – το σοκ του COVID-19 το κάνει αυτό ξεκάθαρο. Και αυτοί που πιστεύουν ότι η Σύμβαση για τους Πρόσφυγες είναι είτε ανεπίκαιρη είτε ενοχλητική μπορεί μια μέρα να βρεθούν στη θέση να την ευγνωμονούν για τις νομικές προστασίες που τους παρέχει.
Υπάρχουν λόγοι να είμαστε αισιόδοξοι. Σήμερα, 149 χώρες είναι μέλη της Σύμβασης, καθιστώντας την μια από τις διεθνείς συμφωνίες με τη μεγαλύτερη στήριξη στον κόσμο. Όπως πολλά άλλα κείμενα του διεθνούς δικαίου, αντανακλά τις κοινές αξίες του αλτρουισμού, της ανθρωπιάς και της αλληλεγγύης. Κάθε φορά που επισκέπτομαι πρόσφυγες και τις κοινότητες που τους υποδέχονται, συναντώ αφοσιωμένους ανθρώπους που κάνουν πράξη αυτές τις αξίες με μια εντυπωσιακή γενναιοδωρία.
Μπορεί να φαίνεται περίεργο να είναι κανείς τόσο παθιασμένος για ένα νομικό κείμενο του ΟΗΕ. Όμως η Σύμβαση του 1951 για την Προστασία των Προσφύγων αποτελεί υπενθύμιση της επιθυμίας και της αποφασιστικότητάς μας να χτίσουμε έναν καλύτερο κόσμο. Η 70η της επέτειος είναι μια ευκαιρία για εμάς να αναβιώσουμε τη δέσμευσή μας σε αυτό το ιδανικό. Είναι ένας όρκος που πρέπει να ανανεώσουμε και όχι να προδώσουμε.
Filippo Grandi, Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter