Λιγότερο από το 40% των γυναικών που έχουν υποστεί βία αναζητούν βοήθεια οποιασδήποτε μορφής. Η στήριξή τους από τις υπεύθυνες αρχές, φίλους, οικογένεια, συναδέλφους, τον περίγυρο, όλες και όλους εμάς, είναι κρίσιμη για να σπάσουμε τον κύκλο της σιωπής. Γυναίκες πρόσφυγες που έχουν περάσει από τη Χίο κάνουν το βήμα […]
@ UNHCR/Afroditi Stavraki
Λιγότερο από το 40% των γυναικών που έχουν υποστεί βία αναζητούν βοήθεια οποιασδήποτε μορφής.
Η στήριξή τους από τις υπεύθυνες αρχές, φίλους, οικογένεια, συναδέλφους, τον περίγυρο, όλες και όλους εμάς, είναι κρίσιμη για να σπάσουμε τον κύκλο της σιωπής.
Γυναίκες πρόσφυγες που έχουν περάσει από τη Χίο κάνουν το βήμα και μιλούν για τη βία που έχουν βιώσει στην οικογένεια, το γάμο τους, την κοινωνία που μεγάλωσαν. Ας τις ακούσουμε τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών αλλά και κάθε μέρα – για να βάλουμε τέλος στην έμφυλη βία.
Σαχάρ, 26 χρονών, Ιράν
«Οι γυναίκες στο σπίτι μας δεν μιλούσαν ποτέ», λέει η 26χρονη Σαχάρ, κουρδικής καταγωγής από το Ιράν. Θυμάται με τρόμο τις στιγμές που έβλεπε τον πατέρα της να χτυπάει τη μητέρα της αλλά και την ίδια. Τελείωσε το σχολείο και μετά από επανειλημμένες παρακλήσεις των καθηγητών λόγω των υψηλών επιδόσεων της, ο πατέρας της την άφησε να φοιτήσει στο πανεπιστήμιο για να σπουδάσει λογιστική. Εκεί γνώρισε τον Άχουαν που έμελλε να γίνει ο λόγος που θα εγκατέλειπε τη χώρα της. Η σχέση τους ήταν κρυφή μέχρι που ήρθε η εγκυμοσύνη. Αντιμέτωπη με τη βία τους πατέρα της και έχοντας ήδη δει τη θεία της να δολοφονείται από τον αδερφό της γιατί απλά ερωτεύτηκε, η Σαχάρ έφυγε κρυφά σε άλλη πόλη με τον Άχουαν.
Αφού γέννησε το γιο της, έμεινε κλεισμένη για 3 χρόνια σε ένα υπόγειο στο Ιράν για να μην εντοπιστεί από κάποιο μέλος της οικογένειάς της. Απέκτησε σοβαρα γυναικολογικά προβλήματα αφού ο τοκετός έγινε στο σπίτι χωρίς τα απαραίτητα ιατρικά μέσα, ενώ παρουσίασε και κατάθλιψη λόγω του εγκλεισμού.Ζώντας σε έναν ατελείωτο τρόμο ότι θα τους ανακάλυπταν, η οικογένεια έφυγε για την Τουρκία και από εκεί πέρασαν στη Χίο.
«Ο φόβος δεν έχει φύγει. Κάθε φορά νιώθω ότι κάποιος δικός μου θα εμφανιστεί για να με σκοτώσει. Από τότε που έφυγα από τη χώρα μου δεν έχω μιλήσει με τη μητέρα μου. Δεν ξέρω αν ζει…», λέει η Σαχάρα. «Θέλω να σπουδάσουμε με τον άντρα μου και το παιδί μας να είναι μακριά από κινδύνους. Νιώθω ότι δεν ήμουν καλή μάνα γιατί πέρασα στο παιδί μου την ανασφάλεια και τον τρόμο. Θέλω από δω και πέρα να του δώσω όσα του στέρησα. Κυρίως να μάθει να ζει χωρίς φόβο…».
Μπαχάρ, 30 ετών, Αφγανιστάν
Βία, αίμα, φόβος, ενοχή. Όσο και αν η ζωή της αντανακλά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στο Αφγανιστάν, εκείνη απαντά με όσα προστάζει η επαναστατική φύση της. Η Μπαχάρ πλήρωσε ακριβά το τίμημα λόγω του φύλου της αφού όπως λέει: «Το πιο ασήμαντο πράγμα στο Αφγανιστάν είναι οι γυναίκες».
Αφγανή, γεννημένη στο Ιράν, παντρεύτηκε παρά τη θέληση της σε ηλικία 14 ετών τον άντρα που επέλεξε ο πατέρας της. Στο γάμο της υπέφερε, αφού ο σύζυγος της, χρήστης ναρκωτικών, ήταν ιδιαίτερα βίαιος απέναντι σε εκείνη και τους δύο γιους της: «Με χτυπούσε διαρκώς. Ακόμη και όταν ήμουν έγκυος. Θυμάμαι να αιμοραγώ, να χάνομαι. Χτυπούσε τα παιδιά μας, κυρίως το μεγάλο μου γιο. Τον έβλεπε να παίζει ποδόσφαιρο στη γειτονιά και τον χτυπούσε μπροστά σε όλους. Γι αυτόν ένα παιδί έπρεπε να δουλεύει και όχι να παίζει. Είπα στον πατέρα μου ότι δεν μπορώ άλλο να ζω έτσι. Μου είπε ότι με λευκό νυφικό μπήκα στο σπίτι, με λευκό σάβανο θα βγω, αν χωρίσω».
Μην αντέχοντας άλλο τη βία και την κακοποίηση αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα. Πήγε στο Ιράν και μετά στην Τουρκία μέχρι που έφτασε στη Χίο μαζί με τα παιδιά της.
«Τα παιδιά μου είναι τώρα ήρεμα. Θέλουν να ασχοληθούν με το ποδόσφαιρο, είναι πολύ ταλαντούχα. Κι εγω ελπίζω να σπουδάσω κομμωτική. Θα μου άρεσε να μάθω την τέχνη του τατουάζ. Η ζωή συνεχίζεται…».
Σαρμπάτ, 26 ετών, Αφγανιστάν
Η Σαρμπάτ μεγαλώνοντας είχε όσα επιθυμούσε. Με σπουδές στα Οικονομικά και προερχόμενη από εύπορη οικογένεια θα είχε μια λαμπρή πορεία αν δεν ερωτευόταν τον άντρα που θα γινόταν αργότερα σύζυγός της. Ο ίδιος ήταν φτωχός και από τη φυλή Χαζαρά.
«Όταν μαθεύτηκε η σχέση μας εμένα με χτύπησαν πολύ. Το ίδιο και εκείνον. Ο πατέρας μου ήταν αντίθετος και προσπαθούσε να με κάνει να αλλάξω γνώμη. Δεν τα κατάφερε. Όταν έμεινα έγκυος δεν υπήρχε περιθώριο. Θα ήμουν νεκρή αν η οικογένειά μου αντιλαμβανόταν τι είχε συμβεί. Φύγαμε σε μία νύχτα και πήγαμε στο Πακιστάν. Γέννησα εκεί. Μετά πήγαμε στο Ιράν. Ωστόσο η ζωή μας ήταν δύσκολη. Οι Αφγανοί δέχονται τεράστιο ρατσισμό εκεί. Τον άντρα μου τον συνελάμβανε συχνά η αστυνομία λόγω της καταγωγής του. Δουλειά δεν έβρισκε για τον ίδιο λόγο. Κοιμόμασταν στο πάρκο μαζί με το νεογέννητο παιδί μας. Όλο αδιέξοδα», λέει η Σαρμπάτ χωρίς να χάνει το χαμόγελό της.
Με πολλές δυσκολίες πέρασαν στην Τουρκία, όπου μετά από μια παραλίγο μοιραία συνάντηση με τα αδέρφια της που την καταδίωκαν, έφυγαν εσπευσμένα για την Ελλάδα περνώντας στη Χίο.
Νιώθει ότι πέρα από τον άντρα και το παιδί της δεν έχει κανέναν. Η οικογένεια της τήν έχει διαγράψει. Έμαθε να παλεύει και δεν σταματά.
«Θέλω να σπουδάσω, να μάθω πράγματα. Η ζωή είναι δική μου και θα τη ζήσω χωρίς κανένας να με ενοχλεί. Οι γυναίκες δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Η ελευθερία είναι δικαίωμά μας και θα πρέπει να τη διεκδικούμε από τους άντρες αλλά και από την κοινωνία…».
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter