Ο Emad απήχθη πριν από τρία χρόνια όταν ένοπλες ομάδες εισέβαλαν στην πόλη Sinjar, 100 χιλιόμετρα δυτικά της Μοσούλης, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης του Ιράκ, και επιτέθηκαν στη μειονότητα των Γιαζίντι που κατοικούν στην περιοχή λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Τον κρατούσαν αιχμάλωτο και μακριά από την οικογένειά του, η […]
Ο Emad απήχθη πριν από τρία χρόνια όταν ένοπλες ομάδες εισέβαλαν στην πόλη Sinjar, 100 χιλιόμετρα δυτικά της Μοσούλης, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης του Ιράκ, και επιτέθηκαν στη μειονότητα των Γιαζίντι που κατοικούν στην περιοχή λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων.
Τον κρατούσαν αιχμάλωτο και μακριά από την οικογένειά του, η οποία δεν είχε ιδέα ότι ήταν ζωντανός. Τον Ιούλιο, καθώς μαινόταν η μάχη για την ανακατάκτηση της Μοσούλης, ο Emad βρέθηκε κάτω από τα ερείπια της παλιάς πόλης.
Ήταν καλυμμένος με σκόνη και το μικρό, αδύνατο κορμάκι του ήταν γεμάτο τραύματα από τα θραύσματα, τις σφαίρες και τις βόμβες. Για δύο μήνες μέχρι να εντοπιστεί, καθώς οι Ιρακινές δυνάμεις πλησίαζαν στην παλιά πόλη στα δυτικά της Μοσούλης, τρεφόταν με ελάχιστο φαγητό.
Ο Emad προσπαθούσε να πιει νερό κοντά σε μία από τις γέφυρες που διασχίζουν τον ποταμό Τίγρη, ο οποίος χωρίζει την πόλη στη μέση, όταν χτυπήθηκε από μια σφαίρα. Αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που θυμάται και το αποκορύφωμα της τρομακτικής δοκιμασίας που πέρασε.
Έπειτα από αυτό το γεγονός, επανενώθηκε με τον 31χρονο θείο του, Hadi Tammo, στην πόλη αυτή στο βορειοδυτικό Ιράκ. «Αν και είναι τραυματισμένος, είμαστε πολύ χαρούμενοι», λέει ο Tammo.
Ένα μήνα μετά την απόδρασή του, είχαν περιποιηθεί τις πληγές του Emad και είχε κουρευτεί. Συνέχισε όμως να έχει μια στεναχωρημένη και κουρασμένη έκφραση στο πρόσωπό του, που συνήθως δεν βλέπει κανείς σε παιδιά της ηλικίας του. Τα τραύματά του στο στομάχι, τον αγκώνα και το κεφάλι συνέχιζαν να τον πονούν.
«Ο Emad πέρασε μια μεγάλη δοκιμασία αλλά και η οικογένειά του πιάστηκαν αιχμάλωτοι», λέει ο Hadi, του οποίου τα παιδιά και η σύζυγος είχαν απαχθεί από τους εξτρεμιστές αλλά κατάφεραν πέρυσι να αποδράσουν. «Δε νιώθει καλά, αλλά χάρη στο Θεό είναι σώος».
Η κοινότητα των Γιαζίντι στη Sinjar στο βορειοδυτικό Ιράκ έγινε στόχος των εξτρεμιστών το 2014. Οι εξτρεμιστές χώρισαν τους άνδρες και τα αγόρια άνω των 12 ετών από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς τους και σκότωσαν όσους αρνήθηκαν να υιοθετήσουν τις πεποιθήσεις τους.
Περισσότερες από 6.000 γυναίκες και κορίτσια έχουν απαχθεί και πουληθεί ως σκλάβες, μεταξύ των οποίων και πολλοί συγγενείς του Emad. Χιλιάδες Γιαζίντι σφαγιάστηκαν ή πέθαναν από αφυδάτωση και εξάντληση καθώς προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τη σφαγή.
Ο ΟΗΕ θεωρεί ότι η δοκιμασία τους αυτή συνιστά συνεχιζόμενη γενοκτονία που ισοδυναμεί με εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου.
Μετά την επίθεση, η ζωή της οικογένειας του Emad, καθώς και η ζωή πολλών άλλων οικογενειών, άλλαξε για πάντα.
Η μητέρα του Emad κατάφερε να δραπετεύσει από την αιχμαλωσία το 2016 και πριν από λίγο καιρό μετεγκαταστάθηκε στην πόλη Winnipeg στον Καναδά, με τη βοήθεια της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.).
«Όταν ο Emad διασώθηκε τον Ιούλιο, η Υ.Α. συνέδεσε τα ονόματα της μητέρας και του παιδιού και κατάλαβε ποιος ήταν», αναφέρει η Sarah Webster, ειδική του προγράμματος επανεγκατάστασης.
Το αγόρι ξεκίνησε το ταξίδι του για τον Καναδά στις 16 Αυγούστου, συνοδευόμενο από ένα μέλος του προσωπικού της Υ.Α. και ακόμα μια οικογένεια Γιαζίντι, η οποία επίσης μετεγκαταστάθηκε εκεί. Όταν βρίσκονταν ακόμα στην επαρχία Dohuk, η Υ.Α. κανόνισε μια συνάντηση μεταξύ του Emad και της άλλης οικογένειας, έτσι ώστε να γνωριστούν και να βρίσκεται μαζί με κάποια οικεία πρόσωπα κατά τη διάρκεια της πτήσης.
«Η ενότητα της οικογένειας είναι μια από τις πιο σημαντικές αρχές για την Υ.Α. Η οικογένεια παρέχει ένα πολύ σημαντικό υποστηρικτικό δίκτυο στους ανθρώπους που έχουν βιώσει τις ίδιες καταστάσεις με εκείνες που βίωσε ο Emad», αναφέρει η Sarah Webster λίγες μέρες πριν την αναχώρηση του Emad. «Ήταν τεράστιας σημασίας για εμάς να επιστρέψει ο Emad πίσω στη μητέρα του και τους συγγενείς του, όσο το δυνατόν γρηγορότερα».
Το αγόρι ήταν τόσο ενθουσιασμένο για την επανένωση με την μητέρα του που είχε ετοιμάσει τα πράγματά του αρκετές μέρες πριν την αναχώρησή του.
«Ανυπομονεί να συναντήσει τη μητέρα του, έπειτα από τρία απαίσια χρόνια που ήταν μακριά ο ένας από τον άλλο», λέει ο θείος του Emad, Hadi. «Όταν ο Emad μίλησε για πρώτη φορά στη μητέρα του, ήταν και οι δύο πολύ χαρούμενοι. Ήταν σαν να βγήκε από τον τάφο… ήταν σχεδόν νεκρός. Ήταν τραυματισμένος στην κοιλιά. Όσο για τη μητέρα του, ήταν πολύ χαρούμενη. Ήταν σαν ο Emad να ξαναγεννήθηκε».
Μετά από τη δοκιμασία που πέρασε ο Emad, επικοινωνούσε με δυσκολία με τους συγγενείς του, καθώς κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας του ήταν αναγκασμένος να μιλάει Αραβικά και όχι Κουρδικά, που είναι η μητρική του γλώσσα. «Θέλουμε να πάει στο σχολείο για να καθαρίσει το μυαλό του και να μπορέσει μετά να προχωρήσει με τη νέα του ζωή», λέει ο Hadi.
Μόλις εγκατασταθεί στον Καναδά θα αξιολογηθούν οι ανάγκες του και θα λάβει εξειδικευμένη φροντίδα, η οποία στο Ιράκ είναι είτε περιορισμένη ή μη διαθέσιμη.
«Τα παιδιά που κρατήθηκαν αιχμάλωτα για μεγάλα χρονικά διαστήματα έχουν υποβληθεί σε μια σειρά από δύσκολες καταστάσεις, όπως να τους αναγκάσουν να αλλάξουν θρησκεία, καταναγκαστική εργασία, σωματική και ψυχολογική κακοποίηση και το επιστέγασμα όλων είναι ο χωρισμός τους από τα μέλη της οικογένειάς τους», λέει η Sarah Webster. «H πρώτη μας προτεραιότητα είναι να επανενώσουμε τα παιδιά αυτά με τα μέλη της οικογένειάς τους έτσι ώστε να μπορέσουν τουλάχιστον να ανακουφιστούν από το άγχος και τον αποχωρισμό και στη συνέχεια να μπορέσουμε να επικεντρωθούμε στην αποκατάσταση και την πρόσβασή τους σε εξειδικευμένες υπηρεσίες φροντίδας, όπως εκείνες που θα λάβει ο Emad στον Καναδά».
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter