Μέλος Ομάδας Προστασίας, Χίος
Πώς θα περιέγραφες τη δουλειά σου;
Εργάζομαι στη Χίο, ένα από τα βασικά νησιά στην Ελλάδα όπου καταφθάνουν άνθρωποι που έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους. Από το 2015 που υπηρετώ στον ανθρωπιστικό τομέα, έχω ασχοληθεί με διάφορα καθήκοντα: από διανομή ειδών πρώτης ανάγκης και χρηματικής βοήθειας, μέχρι διαχείριση δομών προσωρινής διαμονής και συμμετοχή σε δράσεις που συμβάλλουν στην αρμονική συμβίωση της τοπικής και της προσφυγικής κοινότητας. Για μεγάλο διάστημα, συμπεριλαμβανομένου και του διαστήματος της πανδημίας, ασχολήθηκα με την παρακολούθηση των συνθηκών διαβίωσης, και την υποβολή σχετικών εκθέσεων, με στόχο τη βελτίωση των συνθηκώνμέσα από την υλοποίηση τεχνικών έργων.
Τον τελευταίο χρόνο εργάζομαι στον τομέα προστασίας. Η έννοια της προστασίας για τον πρόσφυγα είναι πολύ σημαντική, καθώς έχει απωλέσει το δίχτυ προστασίας που κανονικά θα έπρεπε να του παρέχει η δική του χώρα, για αυτό και η διεθνής κοινότητα παρεμβαίνει για να του προσφέρει ασφάλεια. Μαζί με τους εταίρους μας, φροντίζουμε ώστε οι πρόσφυγες, οι άνθρωποι δηλαδή που δεν είχαν άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, να έχουνπρόσβαση σε διεθνή προστασία, στο άσυλο, καθώς και σε άλλα βασικά δικαιώματα, όπως είναι η εκπαίδευση και η εργασία.
Πώς αποφάσισες να εργαστείς στον ανθρωπιστικό τομέα;
Ζώντας ήδη στη Χίο από το 2006, το 2007 ξεκίνησα να δουλεύω εθελοντικά για τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, με διάθεση προσφοράς στο συνάνθρωπο. Το 2014, τρία χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου στη Συρία, και ήδη δύο χρόνια ως πατέρας, βρέθηκα έξω από τον προσφυγικό καταυλισμό του Μερσινιδίου στη Χίο, ως μέλος μια εθελοντικής ομάδαςπου είχε πάει εκεί να βοηθήσει. Εκεί αντίκρισα για πρώτη φορά παιδιά πρόσφυγες φυλακισμένα. Δεν χρειάζεται να έχει σπουδάσει κάποιος ανθρώπινα δικαιώματα για να αισθανθεί πόσο λάθος είναι αυτό. Η εικόνα του μικρού αγοριού από τη Συρία, με τα δάχτυλα πλεγμένα στο συρματόπλεγμα έχει χαραχτεί στη μνήμη μου. Αν και θεωρούσα τον εαυτό μου ψύχραιμο δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου.
Ένα χρόνο μετά, με καθημερινή άφιξη χιλιάδων προσφύγων στα ελληνικά νησιά, ξαναβρέθηκα στο Μερσινίδι, στην πρώτη γραμμή της ανθρωπιστικής ανταπόκρισης, ξεκινώντας μια διαδρομή που συνεχίζει έως και σήμερα.
Μοιράσου μαζί μας μια ιστορία από τη δουλειά σου στο πεδίο, που δεν θα ξεχάσεις ποτέ.
Τον Νοέμβριο του 2016, ο προσφυγικός καταυλισμός όπου εργαζόμουν δέχτηκε ρατσιστική επίθεση, η οποία ανάγκασε πολλούς από τους διαμένοντες, κυρίως οικογένειες, σε φυγήγια αναζήτηση ασφαλούς καταφυγίου. Σύντομα όμως διαπίστωσαν ότι δεν είχαν άλλη επιλογή από το να επιστρέψουν στον καταυλισμό. Ωστόσο, το προσωπικό παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας δεν ήταν δυνατόν να έχει πρόσβαση, για λόγους ασφαλείας. Ήμασταν απαραίτητοι, ήμασταν εκεί, είχαμε τους πόρους και τα μέσα, αλλά δεν είχαμε πρόσβαση. Το αίσθημα μουδιάσματος, του να είσαι ταυτόχρονα ικανός και ανήμπορος, δεν θα το ξεχάσω ποτέ.
Ήταν ένα πρώιμο και από πρώτο χέρι μάθημα τού πόσο ζωτικά σημαντική είναι η απρόσκοπτη πρόσβαση σε ανθρωπιστική βοήθεια, η οποία προϋποθέτει ασφάλεια για τους αναγκαστικά εκτοπισμένους και τους αρωγούς τους. Μια βασική αρχή στον ανθρωπιστικό τομέα, η οποία σήμερα συχνά δεν τηρείται, με αποτέλεσμα άνθρωποι που έχουν ανάγκη να στερούνται βοήθειας και προστασίας και εργαζόμενοι στον ανθρωπιστικό τομέα να κινδυνεύουν να χάσουν τη ζωή τους.
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter