Η Ύπατη Αρμοστεία δημιουργήθηκε μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου για να βοηθήσει τους Ευρωπαίους που είχαν εκτοπιστεί εξαιτίας αυτού του πολέμου.
Το Γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.) δημιουργήθηκε το 1950 μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου για να βοηθήσει τα εκατομμύρια Ευρωπαίων που είχαν εκτοπιστεί εξαιτίας αυτού του πολέμου. Συγκεκριμένα, ιδρύθηκε στις 14 Δεκεμβρίου του 1950, από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, αρχικά για τρία χρόνια. Στις 28 Ιουλίου του 1951, υιοθετήθηκε η Σύμβαση του ΟΗΕ σχετικά με το Καθεστώς των Προσφύγων, που αποτελεί τον θεμέλιο λίθο για τη νομική κατοχύρωση της παροχής βοήθειας προς τους πρόσφυγες , καθώς και το βασικό κείμενο που καθοδηγεί το έργο της Ύπατης Αρμοστείας.
Το 1954, η Ύπατη Αρμοστεία κέρδισε το βραβείο Νόμπελ για το πρωτοποριακό της έργο για τους πρόσφυγες στην Ευρώπη. Αλλά δε χρειάστηκε να περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι να αντιμετωπίσει την επόμενη σημαντική κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Το 1956, κατά τη διάρκεια της Ουγγρικής Επανάστασης, 200.000 άνθρωποι τράπηκαν σε φυγή στη γειτονική Αυστρία. Αναγνωρίζοντας τους Ούγγρους ως πρόσφυγες prima facie, η Ύπατη Αρμοστεία ηγήθηκε των προσπαθειών για την επανεγκατάστασή τους. Η εξέγερση αυτή και οι συνέπειές της διαμόρφωσαν τον τρόπο που θα αντιμετώπιζαν οι ανθρωπιστικοί οργανισμοί τις προσφυγικές κρίσεις στο μέλλον.
Οποιαδήποτε πρόβλεψη ότι η Ύπατη Αρμοστεία δεν θα είχε λόγο ύπαρξης δεν προέκυψε ποτέ ξανά. Κατά τη δεκαετία του ‘60, το τέλος της αποικιοκρατίας στην Αφρική προκάλεσε την πρώτη από τις πολλές προσφυγικές κρίσεις στη συγκεκριμένη ήπειρο, που χρειάστηκαν την παρέμβαση της Ύπατης Αρμοστείας. Μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες, η Ύπατη Αρμοστεία βοήθησε σε κρίσεις εκτοπισμού στην Ασία και τη Λατινική Αμερική. Το 1981 τιμάται ξανά με ένα δεύτερο Βραβείο Νόμπελ για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας ΄στους πρόσφυγες σε όλο τον κόσμο.
Μέχρι τα τέλη του αιώνα, προέκυψαν νέα προσφυγικά προβλήματα στην Αφρική και καινούρια κύματα προσφύγων στην Ευρώπη εξαιτίας των πολέμων στα Βαλκάνια. Στις αρχές του 21ου αιώνα, η Ύπατη Αρμοστεία βοήθησε σε μεγάλες προσφυγικές κρίσεις στην Αφρική, όπως στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και τη Σομαλία, καθώς και στη Μέση Ανατολή και την Ασία, ιδιαίτερα σε σχέση με το διάρκειας 30 ετών προσφυγικό πρόβλημα στο Αφγανιστάν. Την ίδια στιγμή, ζητήθηκε από την Ύπατη Αρμοστεία, λόγω της τεχνογνωσίας και της εμπειρίας της, να βοηθήσει και πολλούς ανθρώπους που είχαν εκτοπιστεί στο εσωτερικό της χώρας τους εξαιτίας συγκρούσεων καθώς και να διευρύνει τον ρόλο της βοηθώντας και ανιθαγενείς, μια ομάδα που περνάει συχνά απαρατήρητη και που απαριθμεί εκατομμύρια ανθρώπους οι οποίοι κινδυνεύουν να στερηθούν βασικά δικαιώματα επειδή δεν έχουν υπηκοότητα. Σε μερικά μέρη του κόσμου, όπως στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική, η Σύμβαση για τους Πρόσφυγες του 1951 ενισχύθηκε μέσω επιπρόσθετων περιφερειακών νομικών κειμένων.
Μάλιστα, το 2011, η Ύπατη Αρμοστεία γιόρτασε τα 50 χρόνια από τη Σύμβαση του 1961 για την Εξάλειψη της Ανιθαγένειας.
Η Ύπατη Αρμοστεία διαθέτει πλέον περισσότερα από 10.700 μέλη προσωπικού τα οποία εργάζονται συνολικά σε 128 χώρες. Ο προϋπολογισμός της έχει αυξηθεί από 300.000 δολάρια τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της σε 6,54 δισεκατομμύρια δολάρια το 2016.
Το 2015, γιορτάσαμε τα 65 χρόνια από την έναρξη της λειτουργίας του οργανισμού. Συνολικά, η Ύπατη Αρμοστεία έχει βοηθήσει πάνω από 50 εκατομμύρια πρόσφυγες να ξαναρχίσουν επιτυχώς τη ζωή τους.
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter