Κοινό δελτίο Τύπου της Ύπατης Αρμοστείας, του Ταμείου των Ηνωμένων Εθνών για τον Πληθυσμό (UNFPA) και της Επιτροπής για τις Γυναίκες Πρόσφυγες (WRC) Η Ούμο[1], μια νεαρή γυναίκα από την υπο-Σαχάρια Αφρική, διέφυγε από την πατρίδα της, όπου εξαιτίας διώξεων, έχασε τον κουνιάδο της, ενώ η αδελφή της αγνοείται. Φοβούμενη […]
Κοινό δελτίο Τύπου της Ύπατης Αρμοστείας, του Ταμείου των Ηνωμένων Εθνών για τον Πληθυσμό (UNFPA) και της Επιτροπής για τις Γυναίκες Πρόσφυγες (WRC)
Η Ούμο[1], μια νεαρή γυναίκα από την υπο-Σαχάρια Αφρική, διέφυγε από την πατρίδα της, όπου εξαιτίας διώξεων, έχασε τον κουνιάδο της, ενώ η αδελφή της αγνοείται. Φοβούμενη για τη ζωή της, πραγματοποίησε το επικίνδυνο και δύσκολο ταξίδι προς την Ευρώπη, όπου ελπίζει ότι θα βρει άσυλο και θα είναι ασφαλής. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της στην Ελλάδα, η Ούμο υποχρεώθηκε δύο φορές να έρθει σε σεξουαλική επαφή: προκειμένου να εξασφαλίσει θέση στη βάρκα που θα την μετέφερε στην Ελλάδα και ένα πλαστό διαβατήριο. Όταν έφτασε στην Ελλάδα, κοιμόταν στο ύπαιθρο, απροστάτευτη, χωρίς καμία έννοια ιδιωτικότητας ή πρόσβασης σε βοήθεια. «Νόμιζα ότι θα τρελαθώ», παραδέχεται.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α), το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Πληθυσμό (United Nations Population Fund – UNFPA) και η Επιτροπή για τις Γυναίκες Πρόσφυγες (Women’s Refugee Commission – WRC) εκφράζουν την ανησυχία τους για τους σοβαρούς κινδύνους στους οποίους βρίσκονται γυναίκες και κορίτσια πρόσφυγες και μετανάστες κατά τη μετακίνησή τους ανά την Ευρώπη, όπως συνέβη με την Ούμο, αλλά και με άλλες γυναίκες.
Μπορεί εξαιτίας των δύσκολων χειμερινών καιρικών συνθηκών, λιγότεροι άνθρωποι να κάνουν το επικίνδυνο ταξίδι προς την Ευρώπη σε σύγκριση με τους προηγούμενους μήνες, ωστόσο, καθημερινά καταφθάνουν κατά μέσον όρο 2.000 άτομα. Και καθώς τα κράτη επιβάλλουν περιορισμούς και αυστηροποιούν τους ελέγχους στα σύνορα, οι υποδομές υποδοχής και διαμετακόμισης φιλοξενούν περισσότερο κόσμο από όσο μπορούν, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εντάσεις που αυξάνουν τον κίνδυνο για τις γυναίκες και τα κορίτσια. Πάνω στην απελπισία τους, πρόσφυγες και μετανάστες ίσως αναζητήσουν πιο επικίνδυνες διαδρομές μέσα από τα δίκτυα των διακινητών.
Αυτή τη στιγμή (15 Ιανουαρίου 2016), πάνω από το 55% των αφιχθέντων είναι γυναίκες και παιδιά, σε σύγκριση με το αντίστοιχο ποσοστό τον Ιούνιο του 2015, που ήταν μόλις 27%. Η ανθρωπιστική ανταπόκριση κατά μήκος της οδού της ανατολικής Μεσογείου και των δυτικών Βαλκανίων θέτει σε προτεραιότητα την ενσωμάτωση της διάστασης, καθώς και την πρόληψη της σεξουαλικής βίας ή της βίας λόγω φύλου (SGBV, Sexual – Gender Based Violence) σε όλες τις σχετικές δράσεις. Ωστόσο, η δυνατότητα πρόληψης, εντοπισμού και επαρκούς ανταπόκρισης σε τέτοια περιστατικά, εξαρτάται σε ένα μεγάλο βαθμό από τα ίδια τα κράτη, αλλά και από τους οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναλαμβάνουν τη σχετική ευθύνη και προβαίνουν στις κατάλληλες ενέργειες.
Η Υ.Α, το UNFPA και η WRC διεξήγαγαν από κοινού τον Νοέμβριο του 2015, πραγματοποιώντας έρευνα πεδίου στην Ελλάδα και στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, μία αξιολόγηση των κινδύνων που υπάρχουν για τις γυναίκες πρόσφυγες και τις μετανάστριες. Όπως σημειώνεται στην αναλυτική έκθεση: «Ανάμεσα στα άτομα που βρίσκονται σε μεγάλο κίνδυνο συγκαταλέγονται γυναίκες ελεύθερες, που ταξιδεύουν μόνες ή με τα παιδιά τους, γυναίκες σε κατάσταση εγκυμοσύνης ή θηλάζουσες, κορίτσια στην εφηβεία, ασυνόδευτα παιδιά, παιδιά που έχουν εξαναγκαστεί σε πρόωρο γάμο, κουβαλώντας κάποιες φορές τα δικά τους νεογέννητα, άνθρωποι με αναπηρίες και ηλικιωμένοι. Γι αυτές τις περιπτώσεις απαιτείται συντονισμένη ανταπόκριση και αποτελεσματική προστασία». Το κοινό αυτό εγχείρημα ήταν το πρώτο από μία σειρά από αποστολές στο πεδίο και προσπάθειες αποτύπωσης του προφίλ του πληθυσμού, τις οποίες διεξάγουν οργανισμοί για την παροχή βοήθειας και την προάσπιση των δικαιωμάτων, με σκοπό μέσα από την καταγραφή να προβούν σε ακριβή εκτίμηση των προβλημάτων και να προτείνουν βασικές δράσεις.
Πολλές γυναίκες και κορίτσια πρόσφυγες και μετανάστες έχουν ήδη εκτεθεί σε διάφορες μορφές σεξουαλικής ή έμφυλης βίας, είτε όταν βρίσκονταν ακόμη στις πατρίδες τους, είτε στις πρώτες χώρες ασύλου, είτε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους προς και μέσα στην Ευρώπη. Κάποιες από τις γυναίκες που πήραν μέρος στις συνεντεύξεις περιέγραψαν το πώς εξαναγκάστηκαν να έρθουν σε σεξουαλική επαφή, προκειμένου να «καλύψουν τα έξοδα» για τα ταξιδιωτικά έγγραφα ή για το ίδιο το ταξίδι τους. Τόσο πολύ διστάζουν κάποιες γυναίκες και κάποια κορίτσια να καθυστερήσουν το ταξίδι τους ή αυτό της υπόλοιπης οικογένειας, που αρνούνται να αναφέρουν περιστατικά σεξουαλικής ή έμφυλης βίας ή να αναζητήσουν ιατρική βοήθεια.
«Η υγεία και τα δικαιώματα των θυμάτων πολέμου και διώξεων, ειδικά των γυναικών αλλά και των κοριτσιών που βρίσκονται στην εφηβεία, θα έπρεπε να είναι προτεραιότητα της ανθρωπιστικής ανταπόκρισης, να μη βρίσκονται σε δεύτερο πλάνο. Το UNFPA δουλεύει με τους συνεργάτες του για να διασφαλίσει ότι οι γυναίκες πρόσφυγες και οι μετανάστριες έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας, καθώς και για να προλαμβάνει ή να ανταποκρίνεται επαρκώς σε περιστατικά σεξουαλικής βίας ή βίας λόγω φύλου», αναφέρει ο Δρ. Babatunde Osotimehin, Διευθυντής του UNFPA.
«Πολλές γυναίκες και πολλά κορίτσια που ταξιδεύουν μόνα τους, ή χωρίς την οικογένειά τους ή μέλη της κοινότητάς τους που θα μπορούσαν να τις προστατεύσουν, είναι απόλυτα εκτεθειμένα σε κινδύνους» εξηγεί ο Διευθυντής του Γραφείου Ευρώπης της Y.A., Vincent Cochetel. «Όμως ακόμη κι εκείνες που ταξιδεύουν με την οικογένειά τους, συχνά πέφτουν θύματα κακοποίησης. Συχνά, δεν αναφέρουν τέτοια περιστατικά και έτσι, δεν λαμβάνουν την υποστήριξη που χρειάζονται. Κάποιες γυναίκες μάς έχουν πει πως από την απελπισία τους, παντρεύτηκαν».
«Οι γυναίκες και τα κορίτσια δε λαμβάνουν στο πλαίσιο αυτής της ανθρωπιστικής ανταπόκρισης την απαιτούμενη προστασία που χρειάζονται και που αξίζουν, επειδή οι υποδομές υποδοχής στην Ευρώπη δεν είχαν στηθεί με τέτοια πρόβλεψη, δηλαδή να προλαμβάνουν ή να ανταποκρίνονται σε περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης ή βίας λόγω φύλου», λέει η Sarah Costa, διευθύντρια της WRC. «Πρέπει να αφιερώσουμε τις δυνάμεις μας σε κατάλληλους τρόπους παρέμβασης, όπως αποστέλοντας ειδικούς σε θέματα σεξουαλικής βίας κατά μήκος της σχετικής οδού».
Σύμφωνα με τα ευρήματα της κοινής έκθεσης, η τρέχουσα ανταπόκριση κυβερνήσεων, ανθρωπιστικών φορέων, θεσμών και οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών, κρίνεται ανεπαρκής. Επίσης, αποτυγχάνει να λειτουργήσει προληπτικά και να ανταποκριθεί στον κίνδυνο, την εκμετάλλευση και τις πολλαπλές μορφές σεξουαλικής ή έμφυλης βίας που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες και τα κορίτσια πρόσφυγες και μετανάστες ανά την Ευρώπη. Για παράδειγμα, παρά τις απόπειρες της Υ.Α. και των εταίρων της να διασφαλίσουν ότι οι γυναίκες και τα κορίτσια θα κοιμούνται σε επαρκώς φωτισμένες δομές υποδοχής και καταλύμματα και ξεχωριστά από τους άνδρες, πολλές δομές δεν προσφέρουν ιδιωτικότητα ή δεν έχουν πόσιμο νερό, εγκαταστάσεις υγιεινής και κοιτώνες για γυναίκες και παιδιά, εκθέτοντάς αυτό τον πληθυσμό σε πιθανούς ή περαιτέρω κινδύνους σεξουλικής και έμφυλης βίας. H από κοινού αξιολόγηση υπογράμμισε την ανάγκη να ενσωματώσουν οι οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις την πρόληψη και την ανταπόκριση σε περιστατικά σεξουαλικής βίας ή βίας λόγω φύλου σε όλους τους τομείς, όπως οι εγκαταστάσεις υγιεινής, τα καταλύμματα, οι υπηρεσίες υγείας κλπ., καθώς επίσης και στην παροχή νομικής βοήθειας και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης.
Η έκθεση αναδεικνύει κάποιες βασικές προτάσεις προς τις κυβερνήσεις και τους οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
Το πλήρες κείμενο της κοινής έκθεσης είναι προσβάσιμο στον εξής σύνδεσμο: http://www.unhcr.org/569f8f419.html
[1] Tο όνομα έχει αλλάξει για λόγους προστασίας
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter