Όπως πολλές ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα αντιμετωπίζει ελλείψεις εργατικού δυναμικού σε πολλούς τομείς της οικονομίας της. Υπάρχει ωστόσο μια δεξαμενή ανθρώπων που ζουν στην Ελλάδα και έχουν δεξιότητες τις οποίες η χώρα χρειάζεται και που έχουν τη θέληση – και τη δυνατότητα – να εργαστούν συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της χώρας που τους έχει υποδεχτεί. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, περίπου 70.000 πρόσφυγες ζουν στην Ελλάδα, είτε με καθεστώς πρόσφυγα είτε δικαιούχου επικουρικής ή – στην περίπτωση των Ουκρανών προσφύγων – προσωρινής προστασίας, κάτι που οδηγεί στη χορήγηση δικαιωμάτων διαμονής και εργασίας στην Ελλάδα. Η πλειοψηφία ανήκει σε οικονομικά ενεργές ηλικιακές κατηγορίες. Πολλοί εργοδότες απασχολούν ήδη εργαζομένους με προσφυγικό προφίλ, αλλά κάποιοι αναρωτιούνται αν αξίζει να επενδύσουν, μακροχρόνια, σε αυτούς.
Στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες συνεργαζόμαστε στενά με το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου για την υλοποίηση της εθνικής στρατηγικής για την ένταξη. Ένας από τους πυλώνες της είναι η ομαλή είσοδος των προσφύγων στην αγορά εργασίας με όρους αξιοπρέπειας και νομιμότητας. Στο πλαίσιο αυτό, έχουμε αναλάβει μια σειρά από πρωτοβουλίες, με κύρια την προσπάθεια να αντιστοιχήσουμε τα προσόντα των προσφύγων με ποιοτικές θέσεις εργασίας μέσω του κέντρου ένταξης «ADAMA», το οποίο ξεκίνησε να λειτουργεί τον Δεκέμβριο του 2021, με εξαιρετικά ως τώρα αποτελέσματα.
Πολλοί πρόσφυγες ανήκουν στις ηλικιακές κατηγορίες 18-39. Η χαρτογράφηση από την Ύπατη Αρμοστεία των δεξιοτήτων ενός αντιπροσωπευτικού δείγματος ατόμων, έδειξε ότι οι περισσότεροι έχουν ολοκληρώσει κάποιο επίπεδο τυπικής εκπαίδευσης εκτός Ελλάδας. Σημαντικό ποσοστό, που αγγίζει το 30% σε κάποιες ηλικιακές ομάδες, έχουν ολοκληρώσει μεταδευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια εκπαίδευση στη χώρα τους. Σε σχέση με την προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία, υπάρχει μία σχεδόν συμμετρική αντιστοίχιση του προφίλ του δείγματος με τα κενά που εντοπίζονται στην ελληνική αγορά εργασίας: κατασκευές, γεωργία, μεταποίηση, τουρισμός, εστίαση, εξυπηρέτηση πελατών, πωλήσεις, προσωπική φροντίδα, τεχνικά επαγγέλματα. Φυσικά στο δείγμα υπάρχουν και πρόσφυγες με προσόντα υψηλής εξειδίκευσης, όπως δικηγόροι, γιατροί και επαγγελματίες υγείας, πανεπιστημιακοί και προγραμματιστές ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Δεδομένων των παραπάνω χαρακτηριστικών, είναι σαφές ότι με την είσοδο των προσφύγων στην αγορά εργασίας όλες οι πλευρές ωφελούνται. Οι πρόσφυγες συμβάλλουν με το τόσο απαραίτητο εργατικό τους δυναμικό και τις δεξιότητές τους στον ιδιωτικό τομέα και την κοινωνία ως σύνολο. Έχει αποδειχθεί ότι οι εταιρίες που επενδύουν σε ένα ποικιλόμορφο προσωπικό, κερδίζουν σε επίπεδο καινοτομίας και παραγωγικότητας. Όμως η ένταξη δεν περιορίζεται μόνο στη βιοποριστική αυτονόμηση – έχει να κάνει με τη συμμετοχή στην κοινωνία και τον πολιτισμικό πλούτο που ενισχύει την αλληλεγγύη, την αμοιβαία κατανόηση και την αρμονική συνύπαρξη, παράγοντες που ενισχύουν τη συνοχή και την ανθεκτικότητα της κοινωνίας που τους φιλοξενεί. Και αυτό το όφελος είναι, μακροχρόνια, ακόμα μεγαλύτερο από την όποια οικονομική ανάπτυξη.
*Το άρθρο γνώμης δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 02.08.2022, με τον τίτλο «Η ένταξη δεν περιορίζεται μόνο στη βιοποριστική αυτονόμηση»
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter