Παρά τις δυσκολίες πρόσβασης στην εκπαίδευση, μια μητέρα πρόσφυγας από τη Συρία που ζει με την οικογένειά της στη Χίο κοιτάει το μέλλον με αισιοδοξία για τα τέσσερα παιδιά της
Η Rana και ο Mutayam με τα τέσσερά τους παιδιά, ηλικίας δύο έως δέκα ετών, στο κέντρο υποδοχής της Χίου. © UNHCR/Socrates Baltagiannis © UNHCR/Socrates Baltagiannis
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες δημοσίευσε σήμερα την Ετήσια Έκθεσή της για την Εκπαίδευση για το 2021. Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί σε ορισμένους τομείς, η συνεχής αύξηση του παγκόσμιου αναγκαστικού εκτοπισμού σημαίνει ότι σχεδόν τα μισά παιδιά πρόσφυγες σε όλο τον κόσμο παραμένουν εκτός σχολείου.
Η Rana και ο σύζυγός της Mutayam έφτασαν στη Χίο στις αρχές του 2020 μαζί με τα τέσσερα μικρά παιδιά τους, ηλικίας δύο έως 10 ετών. Από τότε οι ευκαιρίες πρόσβασής τους στην εκπαίδευση ήταν ελάχιστες, καθώς ξέσπασε και η πανδημία. Στη Συρία, δεν είχαν τη δυνατότητα να πάνε στο σχολείο εξαιτίας του πολέμου.
Η πανδημία του κορωνοϊού έχει δυσχεράνει την πρόσβαση στην εκπαίδευση, επηρεάζοντας περίπου 1,5 δισεκατομμύριο μαθητές και σπουδαστές παγκοσμίως. Ωστόσο, αν και οι συνέπειες έγιναν αισθητές σε όλα τα παιδιά, τα παιδιά πρόσφυγες είναι αυτά που έχουν πληγεί περισσότερο απ’ όλα. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 42 τοις εκατό των αναγκαστικά εκτοπισμένων ανθρώπων είναι παιδιά.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, πάνω από το 70 τοις εκατό των περίπου 20.000 παιδιών προσφύγων και αιτούντων άσυλο ηλικίας 4 έως 17 ετών γράφτηκαν την περασμένη χρονιά στο σχολείο. Παρ’ όλα αυτά, βάσει μιας έκθεσης του Κύκλου Δικαιωμάτων του Παιδιού του Συνηγόρου του Πολίτη, έως τα μέσα της περσινής σχολικής χρονιάς, μόλις λίγο πάνω από το 14 τοις εκατό των παιδιών προσφύγων που ζουν σε δομές φιλοξενίας στην ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου παρακολουθούσε στην πραγματικότητα μαθήματα, εξαιτίας πολλαπλών δυσκολιών, συμπεριλαμβανομένης και της πανδημίας.
Αν και έχουν γίνει τεράστια άλματα μέσα από την παροχή διαδικτυακών μαθημάτων και σχετικών πόρων σε παγκόσμιο επίπεδο, τα παιδιά πρόσφυγες που ζουν σε επισφαλείς συνθήκες μπορεί να μην έχουν σύνδεση στο διαδίκτυο, κατάλληλες συσκευές, τους αναγκαίους πόρους για να αποκτήσουν τα μέσα αυτά, ή ένα ασφαλές και ήσυχο περιβάλλον για να μπορέσουν να μάθουν.
Τόσο η Rana όσο και ο Mutayam έχουν λάβει πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Η Rana είναι δασκάλα ιστορίας και ο Mutayam μηχανικός περιβάλλοντος. Και οι δύο δίνουν μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση των παιδιών τους και θεωρούν ότι έχει τη μεγαλύτερη αξία από οτιδήποτε άλλο. Αν και δεν θέλησαν ποτέ να εγκαταλείψουν τη χώρα τους, αναγκάστηκαν να πάρουν αυτή την απόφαση για την ασφάλεια των παιδιών τους.
«Όταν πήγα να γεννήσω τον μικρότερό μου γιο, το νοσοκομείο βομβαρδίστηκε. Ήμασταν πολύ τυχεροί που καταφέραμε να σωθούμε, αλλά συνειδητοποιήσαμε τότε ότι έπρεπε να φύγουμε από τη χώρα. Εξαντλήσαμε κάθε δυνατότητα να παραμείνουμε, δεν θέλαμε να εγκαταλείψουμε το σπίτι μας, ήμασταν οι τελευταίοι που φύγαμε», λέει η Rana.
Πίσω στη Συρία, και οι δύο παρέδιδαν άτυπα μαθήματα σε παιδιά καθώς και μέσω μη-κυβερνητικών οργανώσεων για δέκα χρόνια περίπου. Ξεκινούσαν μαθήματα νωρίς το πρωί ώστε να προστατεύουν τα παιδιά από τους ήχους των βομβαρδισμών που άρχιζαν τα απογεύματα. Δούλευαν επίσης στα χωράφια για να κερδίζουν μερικά χρήματα για να ζήσουν την οικογένειά τους.
Αν και ο πόλεμος και η πανδημία έχουν ανακόψει σε τεράστιο βαθμό την πορεία της εκπαίδευσή τους, η Rana είναι σίγουρη ότι τα παιδιά της έχουν την ικανότητα να μάθουν και να συνεισφέρουν στην κοινωνία με θετικό τρόπο.
«Τα παιδιά μου είναι τόσο έξυπνα. Ο μεγαλύτερος γιος μας ενδιαφέρεται κυρίως για τη φυσική και τη χημεία, ενώ έχει τον πατέρα του να τον βοηθάει. Το δεύτερό μου παιδί μιλάει ήδη ελληνικά και αγγλικά, είναι πολύ καλό στο να μαθαίνει ξένες γλώσσες. Από τη μέρα που γεννήθηκαν τα παιδιά μου ήρθαν αντιμέτωπα με έναν πόλεμο για τον οποίο δεν έφταιξαν σε τίποτα. Αλλά έχουν τόσο πολλή θετική ενέργεια, που η κοινωνία εδώ μπορεί να ωφεληθεί πραγματικά από αυτό», λέει η Rana γεμάτη ενθουσιασμό.
Όλη η οικογένεια ανυπομονεί να ξεκινήσει μια νέα ζωή με ασφάλεια στην Ευρώπη, όπου τα παιδιά να έχουν την ευκαιρία να λάβουν μόρφωση και να δουλέψουν για ένα πιο λαμπρό μέλλον. «Η εκπαίδευση είναι ζωή, είναι το ξεκίνημα της ζωής. Οι άνθρωποι μεγαλώνουν και ζουν, και μέχρι τη στιγμή που θα πεθάνουν, θα πρέπει να προσπαθούν να εξελίσσονται όλο και περισσότερο», προσθέτει η Rana.
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter