Παρέμβαση της Ύπατης Αρμοστείας στην ακρόαση φορέων της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης του Ελληνικού Κοινοβουλίου σχετικά με το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου «Αναμόρφωση διαδικασιών απελάσεων και επιστροφών πολιτών τρίτων χωρών, προσέλκυση επενδυτών και ψηφιακών νομάδων, ζητήματα αδειών διαμονής και διαδικασιών χορήγησης διεθνούς προστασίας και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου και Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη»
Αξιότιμε κ. Πρόεδρε και αξιότιμοι κύριοι Βουλευτές, αξιότιμη κυρία Υφυπουργέ,
Ευχαριστούμε την Επιτροπή για την πρόσκληση της Ύπατης Αρμοστείας να παραστεί στη σημερινή ακρόαση και να παρουσιάσει τις απόψεις τις για το Σχέδιο Νόμου.
Έχουμε ήδη αποστείλει στο Υπουργείο τα σχόλια μας επί του Σχεδίου Νόμου που τέθηκε σε διαβούλευση τον Ιούνιο, και με ικανοποίηση βλέπουμε ότι ορισμένες παρατηρήσεις μας έχουν ληφθεί υπόψη και αντανακλώνται στο Σχέδιο Νόμου που κατατέθηκε ενώπιον της Επιτροπής.
Παράλληλα στο Σχέδιο Νόμου, όπως κατατέθηκε στην Επιτροπή, υπάρχουν και ορισμένες αλλαγές σε σχέση με το κείμενο που τέθηκε σε διαβούλευση τον Ιούνιο.
Ειδικότερα, θα θέλαμε να παρατηρήσουμε τα εξής:
Το Σχέδιο Νόμου περιλαμβάνει διατάξεις τις οποίες θεωρούμε θετικές, όπως:
Παράλληλα το Σχέδιο Νόμου περιλαμβάνει και ορισμένες διατάξεις οι οποίες, κατά την άποψη της ΥΑ ΟΗΕ, εγείρουν ανησυχία. Πιο συγκεκριμένα:
1. Σχετικά με τις διαδικασίες επιστροφής (άρθρα 1-7): Από τις προτεινόμενες διατάξεις φαίνεται να δίνεται η δυνατότητα στις αρμόδιες Αρχές, σε περίπτωση απόρριψης αίτησης προστασίας, να εκδίδουν απόφαση επιστροφής με βάση τις διατάξεις του ν. 3386/2005 περί απέλασης και όχι αυτές του ν. 3907/11 που ενσωματώνει την «Οδηγία Επιστροφών» της ΕΕ.
Αυτό, κατά την άποψή μας συνεπάγεται τη μείωση των εγγυήσεων για τα πρόσωπα που πιθανόν να χρήζουν διεθνούς προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των αιτούντων των οποίων η αίτηση ασύλου έχει απορριφθεί ως προς το παραδεκτό χωρίς να έχει εξεταστεί επί της ουσίας.
Κατά την άποψή μας αυτό δεν είναι σύμφωνο με την Οδηγία 2008/115, καθώς το άρθρο 2 παρ. 2(α) της Οδηγίας αυτής επιτρέπει την εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής της των προσώπων που έχουν περάσει παράτυπα τα σύνορα μόνον εφόσον στη συνέχεια δεν τους χορηγήθηκε «δικαίωμα ή άδεια να παραμείνουν» Θεωρούμε ότι είναι προφανές ότι η διάταξη αυτή δεν αφορά αιτούντες διεθνή προστασία, δηλαδή πρόσωπα που αφού πέρασαν παράτυπα τα σύνορα υπέβαλαν αίτηση διεθνούς προστασίας, καθώς τα πρόσωπα αυτά με την υποβολή του αιτήματος έχουν δικαίωμα να παραμείνουν, σύμφωνα με το εθνικό και το ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο.
Κατά συνέπεια, προτείνουμε να καταστεί σαφές με το Σχέδιο Νόμου ότι σε κάθε περίπτωση, σε πρόσωπα των οποίων η αίτηση ασύλου έχει απορριφθεί, εφαρμόζεται ο ν. 3907/11 και η Οδηγία Επιστροφών και όχι ο ν. 3386/2005.
2. Σχετικά με το άρθρο 40, που αποτελεί διάταξη η οποία δεν περιλαμβανόταν στο αρχικό σχέδιο που υποβλήθηκε για δημόσια διαβούλευση:
Θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι θα πρέπει να υπάρχουν επαρκείς εγγυήσεις έτσι ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο ποινικοποίησης όσων παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια σε πρόσφυγες και μετανάστες, συμπεριλαμβανομένων ανθρώπων σε κίνδυνο στη θάλασσα, σύμφωνα και με την Σύσταση EU/2020/1365 της 23ης Σεπτεμβρίου 2020 της Επιτροπής για τον συντονισμό μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούνται από σκάφη που ανήκουν ή χρησιμοποιούνται από ιδιώτες για το σκοπό των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης (C/2020/6468).
Κατά την άποψή μας είναι σκόπιμο να αποσαφηνιστεί ότι η διάταξη αφορά μόνο το θαλάσσιο χώρο και όχι τις παράκτιες ή άλλες περιοχές και να προστεθεί επιπλέον μία ρήτρα επιφύλαξης σχετικά με την υποχρέωση που απορρέει από το διεθνές δίκαιο (άρθρο 98 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας) περί παροχής βοήθειας σε πρόσωπα σε κίνδυνο στη θάλασσα.
3. Θα θέλαμε να εκφράσουμε την ανησυχία μας για την προτεινόμενη κατάργηση, με το άρθρο 20, της δυνατότητας παροχής, από τις αρχές που κρίνουν αιτήσεις ασύλου, βεβαίωσης περί μη απομάκρυνσης «για λόγους ανθρωπιστικούς», σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος ασύλου, όταν τυχόν επιστροφή θα παραβίαζε διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, όπως η αρχή της μη-επαναπροώθησης, όπως αυτή απορρέει από διεθνή κείμενα προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
Κατά την άποψή μας θα πρέπει να διατηρηθεί αυτή η δυνατότητα και η σχετική αρμοδιότητα να παραμείνει στις αρχές που κρίνουν τις αιτήσεις ασύλου, καθώς, ακριβώς λόγω της εξέτασης του σχετικού αιτήματος ασύλου είναι σε θέση να κρίνουν και τυχόν παραβιάσεις των υποχρεώσεων της χώρας από ενδεχόμενη επιστροφή του αιτούντος.
4. Σχετικά με το άρθρο 16 παρ. 1 του Σχεδίου Νόμου: Η διάταξη αυτή που επίσης δεν περιλαμβανόταν στο αρχικό σχέδιο που υποβλήθηκε προς δημόσια διαβούλευση, ορίζει ως Αποφαινόμενη αρχή για τις ανακλήσεις καθεστώτος διεθνούς προστασίας, τη Διεύθυνση Επιστροφών και Ανακλήσεων της Υπηρεσίας Ασύλου. Η τροποποίηση αυτή σε συνδυασμό με την τροποποίηση που εισάγεται με το άρθρο 41 που επιτρέπει τη στελέχωση της Διεύθυνσης αυτής με μη-πολιτικό προσωπικό θα οδηγήσει σε αξιολόγηση των αναγκών διεθνούς προστασίας από προσωπικό μη εξοικειωμένο και εκπαιδευμένο στο αντικείμενο αυτό, όπως απαιτείται από το άρθρο 4 της Οδηγίας 2013/32/EΕ.
Κατά συνέπεια προτείνουμε την τροποποίηση της διάταξης ώστε να προβλέπεται ρητά ότι μόνο προσωπικό εξειδικευμένο της Υπηρεσίας Ασύλου αναλαμβάνει την αξιολόγηση των αναγκών διεθνούς προστασίας.
5. Σχετικά με το άρθρο 16 παρ. 2 του Σχεδίου Νόμου: Θεωρούμε ότι η δυνατότητα άρνησης χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας όταν ο αιτών θεωρείται ότι αποτελεί κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια της χώρας ή κίνδυνο για την κοινωνία της χώρας, ιδρύει έναν επιπλέον λόγο αποκλεισμού από τη διεθνή προστασία και έτσι υπάρχει κίνδυνος ουσιαστικής απομάκρυνσης από τις προβλέψεις της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το καθεστώς των Προσφύγων.
6. Τέλος, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες συνιστά να μην διατηρηθεί η πρόβλεψη του άρθρου 17, περί επιβολής προστίμου 150 ευρώ σε περίπτωση αδικαιολόγητα καθυστερημένης αίτησης για ανανέωσης άδειας διαμονής δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
Θεωρούμε ότι η εφαρμογή της διάταξης μπορεί να επιφέρει δυσανάλογες συνέπειες στους δικαιούχους διεθνούς προστασίας και να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο την απόλαυση δικαιωμάτων που συνδέονται με την κατοχή έγκυρης άδειας διαμονής.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας,
Ύπατη Αρμοστεία ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, Αντιπροσωπεία στην Ελλάδα, 31 Αυγούστου 2021
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter