Η Ruqiya αγκαλιάζει τον γιο της στα γραφεία της ΑΜΚΕ Ηλιακτίδα στη Λέσβο τον Φεβρουάριο του 2021. © UNHCR/Achilleas Zavallis
Η Ruqiya κοιτάζει το κινητό της τηλέφωνο κάθε πέντε λεπτά. Τα παιδιά της υποσχέθηκαν να της στείλουν φωτογραφίες από το κυριακάτικο γεύμα που θα ετοίμαζε η γιαγιά. Σαλάτα με καρότο και γιαούρτι, και σκουμπρί με καυτερή πάπρικα, που είναι και το αγαπημένο φαγητό της Ruqiya.
Η ίδια, όμως, δεν μπορεί να καθίσει μαζί τους στο τραπέζι.
Τα τελευταία σχεδόν δύο χρόνια, η 40χρονη πρόσφυγας από τη Σομαλία βρίσκεται στο νησί της Λέσβου, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την πατρίδα της. Δίπλα της έχει μόνο ένα από τα εννέα παιδιά της, τον 12χρονο Abdirahman, ο οποίος μοιάζει ανήσυχος και σχεδιάζει συνέχεια με τα δάχτυλά του κύκλους και ορθογώνια πάνω στο ξύλινο τραπέζι.
«Ο γιος μου πάσχει από βαριά μορφή επιληψίας. Δεν έχουμε χρήματα και στη Σομαλία το παιδί μου δεν είχε καμία ελπίδα. Ελπίζω πως στη Γερμανία οι γιατροί θα τον βοηθήσουν. Ίσως δε γίνεται να θεραπευτεί, όμως η κατάστασή του μπορεί να βελτιωθεί και να αποκτήσει καλύτερη ποιότητα ζωής» λέει η Ruqiya, η οποία ετοιμάζεται να αναχωρήσει, μαζί με τον γιο της, στη Γερμανία, στο πλαίσιο του προγράμματος μετεγκατάστασης ευάλωτων αιτούντων άσυλο και προσφύγων από την Ελλάδα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
«Η φτώχεια και η έλλειψη προοπτικής είναι μια πλευρά του νομίσματος. Η άλλη, ακόμα πιο σκοτεινή πλευρά, είναι η τρομοκρατία και ο φόβος», προσθέτει.
Τον φόβο αυτόν τον έζησε η οικογένεια της Ruqiya στα μέσα του 2018, όταν άρχισαν να δέχονται απειλές από εξτρεμιστικές ομάδες. Οι απειλές αυξάνονταν μέρα με τη μέρα, με αποτέλεσμα η οικογένεια να ανησυχεί σοβαρά για τη ζωή της.
«Φοβόμουν για την ασφάλειά μας. Δεν ήξερα τι να κάνω. Ο άντρας μου πήρε έναν από τους γιους μας και κρύφτηκαν κυνηγημένοι. Ο καιρός περνούσε και εγώ φοβόμουν πως θα ξαναχτυπήσουν την πόρτα μας και θα ζητήσουν να τους δώσω κάποια από τα παιδιά μου», θυμάται η 40χρονη μητέρα. «Τότε αποφάσισα να πάρω το γιο μου και να φύγω. Διάλεξα το πιο ευάλωτο παιδί, το άρρωστο αγόρι μου. Βεβαίως, πόνεσα πολύ γιατί άφησα πίσω μου οκτώ παιδιά και τον άντρα μου».
Η Ruqiya ζήτησε από τη μητέρα της να αναλάβει τη φροντίδα των υπόλοιπων επτά παιδιών της, θεωρώντας ότι μαζί της θα είναι ασφαλή.
«Είναι πολύ σκληρό να ζεις μακριά από το σπίτι σου, μακριά από τους ανθρώπους που αγαπάς. Μηνύματα, εικόνες και τηλεφωνήματα δεν γεμίζουν το κενό. Μου λείπουν πολύ», λέει η Ruqiya.
Έχει να δει τον άντρα, τη μητέρα και τα υπόλοιπα παιδιά της από τα τέλη του 2018. Μητέρα και γιος έφτασαν στη Λέσβο τον Σεπτέμβριο του 2019 και έζησαν στο κέντρο υποδοχής στη Μόρια για περίπου έξι μήνες. Η διαμονή τους στον υπερπλήρη καταυλισμό μόνο εύκολη δεν ήταν. Παράλληλα με τις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες από πλευράς ασφάλειας, υγιεινής και υπηρεσιών, οι δυο τους έπρεπε να μοιραστούν μια σκηνή με μια τετραμελή οικογένεια.
Αν και οι σχέσεις των δύο οικογενειών ήταν καλές, η συμβίωση δεν ήταν εύκολη καθώς ο μικρός δυσκολευόταν να κατανοήσει και να προσαρμοστεί στους κανόνες αυτής της αναγκαστικής συγκατοίκησης. Εξαιτίας της ασθένειάς του, ο Abdirahman ξυπνούσε μέσα στη νύχτα, έκανε θόρυβο, ενώ προσπαθούσε να ξυπνήσει και τα άλλα δύο παιδιά για να παίξουν.
Ως μονογονεϊκή οικογένεια και λόγω ευαλωτότητας, η Ruqiya και ο γιος της μεταφέρθηκαν εν τέλει σε διαμέρισμα στη Μυτιλήνη στο πλαίσιο του προγράμματος ESTIA, που υλοποιείται στο νησί από τον κοινωνικό φορέα «Ηλιακτίδα».
Καθώς το ταξίδι για Γερμανία πλησιάζει, η 40χρονη μητέρα γνωρίζει τις δυσκολίες προσαρμογής που θα αντιμετωπίσει στη νέα χώρα αλλά είναι αποφασισμένη να σταθεί γρήγορα στα πόδια της.
«Τον πρώτο καιρό θα χρειαστώ βοήθεια. Όμως δεν έχω μάθει να κάθομαι και δεν θέλω να ζω με επιδόματα. Έχω μάθει να δουλεύω και να στηρίζω τον εαυτό μου και την οικογένειά μου. Αυτό θα κάνω και στη Γερμανία. Θα βρω δουλειά μόλις ο γιος μου λάβει την κατάλληλη ιατρική φροντίδα. Όταν θα μπορώ να τον αφήνω με μια νοσοκόμα, με έναν άνθρωπο που θα τον φροντίζει,» λέει η Ruqiya.
Ο ήχος του κινητού ξαφνιάζει την πολύτεκνη μητέρα, μα φέρνει χαμόγελο στα χείλη της. H Ruqiya λαμβάνει περίπου είκοσι φωτογραφίες από το κυριακάτικο γεύμα των επτά παιδιών της και της γιαγιάς τους. Τέσσερα κορίτσια και τρία αγόρια απολαμβάνουν το πεντανόστιμο φαγητό, γελούν, αγκαλιάζονται και στέλνουν πολλά φιλιά στη μητέρα και στον αδερφό τους μαζί με ευχές για το επικείμενο ταξίδι τους.
*H Ruqiya και ο 12χρόνος γιος της Abdirahman έφτασαν στη Γερμανία στις 30 Ιουνίου 2021, στο πλαίσιο του προγράμματος μετεγκατάστασης, που συντονίζει το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη στήριξη της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (IOM) και του Ταμείου των Ηνωμένων Εθνών για τα Παιδιά (UNICEF). Είναι ανάμεσα στους συνολικά 4,026 ευάλωτους αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένων και ασυνόδευτων παιδιών, που έχουν μετεγκατασταθεί από την Ελλάδα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες από την έναρξη του προγράμματος, τον Απρίλιο του 2020.
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter