Ενώ η προσοχή της υφηλίου είναι τώρα στραμμένη στη Γάζα, η δίνη θανάτου, καταστροφής και εκτοπισμού στη Συρία μαίνεται χωρίς να δείχνει σημάδια υποχώρησης.
Όταν…
Ενώ η προσοχή της υφηλίου είναι τώρα στραμμένη στη Γάζα, η δίνη θανάτου, καταστροφής και εκτοπισμού στη Συρία μαίνεται χωρίς να δείχνει σημάδια υποχώρησης.
Όταν θα γράφεται ιστορία για το ανθρωπιστικό κόστος του εμφυλίου πολέμου στη Συρία, η ανταπόκριση της Ευρώπης για την κρίση μίας γενιάς θα μπορούσε να συνοψιστεί σε μία μόνο φράση: ποτέ δεν έγιναν τόσο λίγα από τόσους πολλούς για τόσους λίγους.
Περισσότερα από τρία χρόνια από την έναρξη της σύγκρουσης, σχεδόν τρία εκατομμύρια πρόσφυγες έχουν εγκαταλείψει την κατακερματισμένη τους πατρίδα φοβούμενοι για τη ζωή τους. Ένας ουδέτερος παρατηρητής θα μπορούσε να φανταστεί ότι, λόγω πλούτου και γεωγραφικής θέσης, πολλοί θα αναζητούσαν ασφάλεια μόλις λίγα χιλιόμετρα προς τα δυτικά, στις ειρηνικές και ευημερούσες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η πραγματικότητα ωστόσο είναι εντελώς διαφορετική. Ως απάντηση στην μεγαλύτερη κρίση εξαναγκαστικού εκτοπισμού στον κόσμο, που λαμβάνει χώρα σε τόσο μικρή απόσταση από την Ευρώπη, τόσο μικρή που διανύεται με μικρό σκάφος, οι Ευρωπαίοι έχουν προσφέρει καταφύγιο συνολικά σε 124.000 Σύρους – σε λιγότερο δηλαδή από το 4% όλων των Σύρων αιτούντων άσυλο.
Ο Λίβανος, αντίθετα, μία χώρα με πληθυσμό περίπου 4,4 εκατομμυρίων, φιλοξενεί 1,1 εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες. Και αυτοί είναι μόνο όσοι έχουν καταγραφεί ως πρόσφυγες. Είναι δηλαδή 10 φορές περισσότεροι, σε μια χώρα με λιγότερο από το 1% του πληθυσμού της Ευρώπης. Με άλλα λόγια, σε αναλογία πληθυσμού, η πλούσια Ευρώπη προσφέρει προστασία σε 1.000 φορές λιγότερους Σύρους από ότι ο οικονομικά ρημαγμένος Λίβανος, μία χώρα που ήδη αγωνίζεται να ανταπεξέλθει σε σοβαρές εσωτερικές δυσκολίες και η οποία φτάνει στα όρια της όσον αφορά την δυνατότητα να απορροφήσει τα προβλήματα μιας άλλης χώρας.
Φυσικά δεν είναι τόσο απλό. Πολλοί Σύροι πρόσφυγες εξακολουθούν να ελπίζουν ότι μια μέρα θα επιστρέψουν στα σπίτια τους κι έτσι δεν θέλουν να ταξιδέψουν πολύ μακριά. Οι γειτονικές τους χώρες μοιράζονται τη θρησκεία τους, στις περισσότερες περιπτώσεις τη γλώσσα τους, και είναι πιο εύκολα προσβάσιμες.
Ωστόσο αναλογιζόμενος κανείς την επικρατούσα ρητορική στην Ευρώπη και τις ανησυχίες που εκφράζονται σχετικά με την εισροή των προσφύγων που χτυπούν τις πύλες της, δεν θα μπορούσε να υποπτευτεί ότι η Ε.Ε. επωμίζεται τόσο λίγο από το βάρος του προσφυγικού προβλήματος, ακόμα και τη στιγμή που μια ανθρωπιστική καταστροφή που αφορά όλη την περιοχή μαίνεται στο κατώφλι της.
Όμως αυτή η γυμνή αλήθεια δεν λέει όλη την ιστορία. Πάνω από τις μισές νέες αιτήσεις ασύλου από Σύρους στην Ευρώπη απορροφούνται από δύο μόνο χώρες: τη Σουηδία και τη Γερμανία. Και οι δυο ξεχωρίζουν παρέχοντας προστασία στους Σύρους που ζητούν άσυλο, με τη Σουηδία να προσφέρει επιπλέον άδεια μόνιμης διαμονής. Οι δυο χώρες έχουν υποδειγματικά προγράμματα εισδοχής για ανθρωπιστικούς λόγους όπως επίσης και προγράμματα μετεγκατάστασης. Η Γερμανία επίσης αποτελεί παράδειγμα όσον αφορά στις ιδιωτικές χορηγίες για τους πρόσφυγες.
Οι επόμενες πέντε χώρες απορροφούν περίπου το ένα τέταρτο των αιτήσεων. Αυτό σημαίνει ότι πολλά άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. κάνουν λιγότερα από όσα τους αναλογούν όσον αφορά την απορρόφηση των εκατομμυρίων κατατρεγμένων της Συρίας και θα πρέπει να κάνουν πολύ περισσότερα για να βοηθήσουν. Η Cecilia Malmstrom, Επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε., που έχει κάνει τόσα πολλά για να διατηρήσει το ενδιαφέρον για το θέμα, κάλεσε νωρίτερα αυτό το μήνα όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε. να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Γερμανίας και της Σουηδίας.
Οι συνέπειες της απογοητευτικής ανταπόκρισης της Ευρώπης στα δεινά των εκατομμυρίων ανθρώπων που βρίσκονται δίπλα της τονίστηκαν ιδιαίτερα αυτή την εβδομάδα σε μια νέα έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.). Η έκθεση με τίτλο «Σύροι Πρόσφυγες στην Ευρώπη», καταδεικνύει ότι ενώ το ποσοστό των Σύρων προσφύγων που ζητούν άσυλο στην Ευρώπη παραμένει σχετικά χαμηλό, ο συνολικός αριθμός αιτούντων άσυλο αυξάνεται ενώ παράλληλα υπάρχουν ανησυχητικές ενδείξεις ότι η ανταπόκριση της Ε.Ε. γίνεται ολοένα και λιγότερο ευνοϊκή.
Ενώ οι περισσότερες αιτήσεις ασύλου στην Ευρώπη γίνονται αποδεκτές, η έκθεση κάνει λόγο για αυξανόμενες αναφορές άτυπων αναγκαστικών επιστροφών (push-backs) στα σύνορα Βουλγαρίας – Τουρκίας, όπου αιτήσεις ασύλου παραβλέπονται και οικογένειες χωρίζονται, ενώ παράλληλα υπάρχουν «ανησυχητικές αναφορές για εξαναγκαστικές επιστροφές». Πολλοί αιτούντες άσυλο αναφέρουν ότι έπεσαν θύματα κακομεταχείρισης, κακοποίησης και ξυλοδαρμού.
Η έκθεση επίσης αναφέρει περιστατικά άτυπων αναγκαστικών επιστροφών (push-backs) και κακομεταχείρησης στην Ελλάδα, όπως επίσης και κλειστών συνόρων, μεταξύ των οποίων τα Ισπανικά σύνορα στη Μελίγια, όπου μια ομάδα 200 Σύρων προσπάθησε να εισέλθει ανεπιτυχώς το Φεβρουάριο. Υπάρχουν αναφορές για διοικητική κράτηση, ακατάλληλη στέγαση και ανεπαρκή κέντρα υποδοχής σε όλη την Ευρώπη, που υπολείπονται των διεθνών προτύπων.
Η Ιταλία έχει παράσχει υποδειγματική στήριξη με τις επιχειρήσεις διάσωσης του προγράμματος Mare Nostrum (Η Θάλασσά μας) για Σύρους ναυαγούς, σώζοντας 64.000 ζωές μόνο φέτος. Αλλά και στην Ιταλία παρατηρείται ολοένα και μεγαλύτερος συνωστισμός στα κέντρα υποδοχής και κάποιοι αιτούντες άσυλο έχουν βρεθεί σε κρίσιμη κατάσταση για παρατεταμένες χρονικές περιόδους.
Οι συνέπειες αυτών των ελλείψεων είναι σοβαρές. Καθώς απειλούνται με άρνηση εισόδου με νόμιμα μέσα, πολλοί άνθρωποι στρέφονται προς τα δίκτυα παράνομης διακίνησης. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται δεκάδες χιλιάδες παιδιά που κινδυνεύουν να χωριστούν από την οικογένειά τους, ή να πέσουν θύματα παιδικής εργασίας, εκμετάλλευσης και σεξουαλικής κακοποίησης.
Με άλλα λόγια η Ευρώπη βρίσκεται όλο και περισσότερο αντιμέτωπη όχι με την επιλογή του αν οι Σύροι πρόσφυγες θα περάσουν τα σύνορά της, αλλά υπό ποιές συνθήκες: παράνομα, προσπαθώντας να μην προκαλέσουν την προσοχή και θέτοντας σε σοβαρό κίνδυνο τη ζωή τους, ή με έναν οργανωμένο και ανθρώπινο τρόπο.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απευθύνω επείγουσα έκκληση στα κράτη μέλη της Ε.Ε. να λάβουν σοβαρά υπόψη τις προτροπές της Επιτρόπου Malmstrom, προσφέροντας περισσότερους και καλύτερους νόμιμους τρόπους εισόδου στην Ευρώπη, μέσω θεωρήσεων για εργασία ή φοίτηση, περισσότερων θέσεων μετεγκατάστασης, προγραμμάτων οικογενειακής επανένωσης ή ιδιωτικών χορηγιών.
Τα κέντρα υποδοχής θα πρέπει να φτάσουν να ανταποκρίνονται στα διεθνή πρότυπα και η κράτηση –με όλες τις καταστροφικές της συνέπειες για την ευημερία των προσφύγων– να περιορίζεται στο ελάχιστο, με αυστηρά όρια και ασφαλιστικές δικλίδες.
Πάνω απ’ όλα, περισσότεροι πολιτικοί πρέπει να βγουν στο προσκήνιο και να αναγνωρίσουν την πραγματική διάσταση αυτής της κρίσης που δεν είναι άλλη από μια τεράστια καταστροφή που εξαπλώνεται σε όλη την περιοχή και δεν θα κοπάσει, και που προκαλεί παρατεταμένη απελπισία και δυστυχία σε εκατομμύρια ανθρώπους δίπλα στην πόρτα της Ευρώπης, η οποία μπορεί να κάνει πολύ περισσότερα για να ανακουφίσει αυτόν τον πόνο.
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter