Ανήμερα της Παγκόσμιας Ημέρας του Παιδιού ας αναλογιστούμε τις ιδιαίτερες ευαλωτότητες των παιδιών προσφύγων, τα οποία αποτελούν περισσότερο από το μισό του παγκόσμιου προσφυγικού πληθυσμού. Πολλά από αυτά τα παιδιά θα περάσουν ολόκληρη την παιδική τους ηλικία μακριά από το σπίτι τους και μερικές φορές χωρισμένα από τις οικογένειές τους. Ήδη ψυχικά τραυματισμένα, έχοντας αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους λόγω πολέμων ή διώξεων, συχνά ζουν στο περιθώριο και σε συνθήκες αποκλεισμού, χωρίς την κατάλληλη υποστήριξη για να ξαναχτίσουν τη ζωή τους και να αξιοποιήσουν τις δυνατότητές τους. Υπολογίζεται ότι παγκοσμίως, περισσότερα από τα μισά των 14,8 εκατομμυρίω παιδιών προσφύγων σχολικής ηλικίας, δεν έχουν σήμερα πρόσβαση στην τυπική εκπαίδευση. Σε προσφυγικές κρίσεις τα παιδιά διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο να υποστούν κακοποίηση, παραμέληση και εκμετάλλευση, καθώς και να γίνουν θύματα εμπορίας ανθρώπων ή αναγκαστικής στρατολόγησης.
Στην Κύπρο, πολλά παιδιά πρόσφυγες φτάνουν χωρίς τους γονείς τους, μερικές φορές μαζί με άλλα μέλη της οικογένειας που είναι και τα ίδια ευάλωτα, όπως ηλικιωμένους παππούδες και γιαγιάδες και μικρότερα αδέλφια. Τα ασυνόδευτα ή χωρισμένα παιδιά μπορεί να έχουν χάσει τους γονείς τους κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την ασφάλεια ή, δυστυχώς, οι γονείς τους μπορεί να έχουν πεθάνει λόγω πολέμων ή διώξεων. Είναι ζωτικής σημασίας, όπως τα παιδιά αυτά περάσουν από διαδικασίες καθορισμού του βέλτιστου συμφέροντός τους κατά την άφιξή τους στη χώρα ασύλου, για να διασφαλιστεί η ασφάλεια και η ανάπτυξή τους, καθώς παράλληλα γίνονται προσπάθειες για την αποκατάσταση οικογενειακών δεσμών.
Στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής, Πουρνάρα, το οποίο φιλοξενεί σήμερα 306 παιδιά, περιλαμβανομένων 198 ασυνόδευτων ή χωρισμένων παιδιών, δεν υπάρχει πρόσβαση σε σχολεία και προγράμματα εκμάθησης της γλώσσας. Παρόλο που καταβάλλονται προσπάθειες για να μειωθεί ο χρόνος διαμονής των ασυνόδευτων ή χωρισμένων παιδιών στην Πουρνάρα, εξακολουθούν να υπάρχουν περιορισμένες δομές παιδιών για την ασφαλή τους στέγαση. Η απροθυμία των τοπικών κοινοτήτων να δεχτούν τη δημιουργία δομών για ασυνόδευτα ή χωρισμένα παιδιά και η αρνητική κοινή γνώμη, γενικότερα, αναφορικά στην κοινωνική ενσωμάτωση των προσφύγων, εμποδίζουν επιπρόσθετα την πρόσβαση των παιδιών σε οργανωμένες δραστηριότητες και εκπαιδευτικά προγράμματα. Επιπλέον, υπάρχει ανάγκη για περισσότερα προγράμματα που προετοιμάζουν τους μεγαλύτερους εφήβους για την ανεξάρτητη διαβίωσή τους όταν ενηλικιωθούν και θα πρέπει να εγκαταλείψουν τις δομές.
Η άμεση και απρόσκοπτη πρόσβαση στη σχολική εκπαίδευση, προγράμματα εκμάθησης γλώσσας, ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και υπηρεσίες αποκατάστασης είναι απαραίτητες για όλα τα παιδιά πρόσφυγες. Το Υπουργείο Παιδείας λαμβάνει μέτρα για την ενίσχυση της ομαλής ένταξης των παιδιών προσφύγων στα σχολεία. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις, όπως σε θέματα επικοινωνίας και ανάγκες για πρόσθετη στήριξη. Η ευαισθητοποίηση σχετικά με τους πρόσφυγες καθώς και η ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των παιδιών προσφύγων και των ντόπιων παιδιών είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τη δημιουργία σχολείων χωρίς αποκλεισμούς.
Για την καλύτερη αντιμετώπιση των αναγκών των παιδιών προσφύγων και των παιδιών αιτητών ασύλου, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες καλεί τις Κυπριακές αρχές να διαμορφώσουν διαδικασία καθορισμού του βέλτιστου συμφέροντος για τα ασυνόδευτα και χωρισμένα παιδιά, να δημιουργήσουν περισσότερες δομές, να ενθαρρύνουν και να στηρίξουν τις ανάδοχες οικογένειες, να εκπαιδεύσουν περισσότερους λειτουργούς κοινωνικής πρόνοιας και να παράσχουν στοχευμένα προγράμματα προσανατολισμού και ένταξης. Η Ύπατη Αρμοστεία εισηγείται επίσης περισσότερα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, υποτροφίες και ευκαιρίες για τους νεαρούς πρόσφυγες, καθώς και περισσότερα προγράμματα ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης στα σχολεία που προωθούν τη διαφορετικότητα και την αποδοχή. Στην τελική, η προώθηση κουλτούρας αποδοχής είναι απαραίτητη για την υλοποίηση των δικαιωμάτων των παιδιών προσφύγων.
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter