Περισσότεροι από 2.200 αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες που ζούσαν σε κέντρα υποδοχής στα νησιά του Αιγαίου και αλλού στην Ελλάδα έχουν μετεγκατασταθεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η Nasro Mohamed επιθυμούσε απελπισμένα μια νέα αρχή όταν μαζί με την οικογένειά της αναχώρησε αεροπορικώς από την Ελλάδα για τη Γερμανία στο πλαίσιο ενός προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η δεκαοκτάχρονη από τη Σομαλία έφτασε με μια ανθρωπιστική πτήση στη Γερμανία στις 10 Δεκεμβρίου μαζί με τη μητέρα της, Hindi Adan, 41 ετών, και τον αδερφό της που πάσχει από μια σοβαρή μορφή επιληψίας.
«Ο αδερφός μου … δεν μπορεί να περπατήσει. Δεν μπορεί να μιλήσει. Χρειάζεται συνεχή ιατρική φροντίδα. Θέλω να σπουδάσω και να γίνω γιατρός. Ίσως έτσι να μπορέσω να τον βοηθήσω», λέει η Nasro. Προς το παρόν, όμως, οι φιλοδοξίες της είναι πολύ πιο πρακτικές.
«Το μόνο που θέλω είναι έναν γιατρό για τον αδερφό μου και ένα σχολείο για μένα», τονίζει.
Το εθελοντικό πρόγραμμα μετεγκατάστασης, στο πλαίσιο του οποίου η οικογένειά της μεταφέρθηκε στη Γερμανία, εστίαζε αρχικά στα ασυνόδευτα παιδιά. Αργότερα διευρύνθηκε περιλαμβάνοντας και άλλους ευάλωτους αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες, όπως παιδιά με ιατρικά προβλήματα και οικογένειες σαν της Nasro.
Το πρόγραμμα συντονίζoυν στην Ελλάδα η Ειδική Γραμματέας για την Προστασία των Ασυνόδευτων Παιδιών και η Υπηρεσία Ασύλου του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (ΔΟΜ) και τη UNICEF. Οι φορείς αυτοί συνεργάζονται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που χρηματοδοτεί το πρόγραμμα, και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), εταίρο του προγράμματος.
Συνολικά 2.235 άνθρωποι έχουν μετεγκατασταθεί από την Ελλάδα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες από τον Απρίλιο του 2020 έως τον Ιανουάριο του 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΟΜ. Ανάμεσά τους τα 584 ήταν ασυνόδευτα παιδιά. Οι υπόλοιποι ήταν παιδιά με ιατρικές παθήσεις και μέλη της οικογένειάς τους, ευάλωτοι αιτούντες άσυλο και αναγνωρισμένοι πρόσφυγες.
Δεκαέξι χώρες συμμετέχουν σε αυτήν την πρωτοβουλία μέχρι στιγμής. Αυτές είναι το Βέλγιο, η Βουλγαρία, η Γαλλία, η Κροατία, η Φινλανδία, η Γερμανία, η Ισλανδία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Ολλανδία, η Νορβηγία, η Πορτογαλία, το Λουξεμβούργο, η Λιθουανία, η Σλοβενία και η Ελβετία.
Η ελληνική κυβέρνηση καταβάλλει προσπάθειες προκειμένου να μειώσει τον υπερπληθυσμό στα κέντρα υποδοχής στα νησιά του Αιγαίου, όμως πάνω από 14.700 πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο εξακολουθούν να ζουν σε επισφαλείς συνθήκες.
Η Ύπατη Αρμοστεία έχει απευθύνει έκκληση για την ανάγκη να διασφαλιστούν κατάλληλα καταλύματα, να ενισχυθεί η δυνατότητα υποδοχής και να επιταχυνθούν οι μεταφορές στην ενδοχώρα. Παράλληλα, χρειάζονται αποτελεσματικά προγράμματα ένταξης των προσφύγων, συνεχιζόμενη στήριξη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθώς και μέτρα μετεγκατάστασης σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη.
Το δεκάωρο ταξίδι από την Αθήνα προς την πόλη Speyer, νοτιοδυτικά της Γερμανίας, έβαλε ένα τέλος σε μια πολύ ταραγμένη περίοδο στη ζωή της οικογένειας Mohamed, που ξεκίνησε όταν αντάρτες σκότωσαν τον πατέρα της Nasroστο Μογκαντίσου, την πρωτεύουσα της Σομαλίας, πριν από τρία χρόνια.
Οι αντάρτες απείλησαν και τη ζωή της μητέρας της, Hindi. Ανήμπορη να προστατεύσει τα παιδιά της και τρέμοντας για τη ζωή της, αποφάσισε το 2018 να εγκαταλείψει την πατρίδα της και ξεκίνησε ένα ταξίδι διαφυγής που κατέληξε στην Ελλάδα.
Η οικογένεια, φτάνοντας στη Λέρο, έμεινε στο κέντρο υποδοχής του νησιού που λειτουργεί υπό την ευθύνη των αρχών. Μία εβδομάδα μετά, λόγω της ευαλωτότητάς τους, η Ύπατη Αρμοστεία βοήθησε να μεταφερθούν σε διαμέρισμα στο πλαίσιο του ευρωπαϊκά χρηματοδοτούμενου προγράμματος στέγασης ESTIA, που συντόνιζε στο νησί σε συνεργασία με την οργάνωση ΑΡΣΙΣ. Το διαμέρισμα αυτό ήταν το σπίτι τους για δέκα μήνες μέχρι που έφτασε η στιγμή να μετεγκατασταθούν στη Γερμανία.
Στη Γερμανία, τις πρώτες δύο εβδομάδες, εξαιτίας της πανδημίας, η οικογένεια πέρασε από διαδικασία καραντίνας σε ένα προσφυγικό κέντρο στο Speyer. Εκεί, είχαν το δικό τους δωμάτιο εξοπλισμένο με όλα τα απαραίτητα.
Η Nasro, που μιλάει αγγλικά, λέει ότι δεν έχει αρχίσει ακόμα μαθήματα γερμανικών εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων του COVID-19, αλλά έχει αρχίσει να βλέπει μαζί με τη μητέρα της γερμανικά τηλεοπτικά προγράμματα για να εξοικειωθούν με τη γλώσσα. Θα ήθελε κάποτε να γίνει γιατρός.
Εκφράζει την ευγνωμοσύνη της για την καλοσύνη των ανθρώπων που γνώρισαν στη Γερμανία και λέει ότι ο αδερφός της λαμβάνει ήδη ιατρική περίθαλψη σε ένα γερμανικό νοσοκομείο.
«Ο αδερφός μου με βλέπει χαρούμενη, και αυτό τον κάνει να χαμογελάει», προσθέτει.
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter