Ο πόνος χωρίς τέλος του άμαχου πληθυσμού της Συρίας σηματοδοτεί την ντροπιαστική αποτυχία της πολιτικής βούλησης και ένα νέο τέλμα στη μακρόχρονη σύρραξη της Συρίας, που αυτόν το μήνα κλείνει το 7ο έτος της, είπε σήμερα ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες Filippo Grandi. «Αυτός ο επταετής πόλεμος έχει […]
Παιδιά στο δρόμο για το σπίτι τους μετά το σχολείο περπατούν ανάμεσα στα συντρίμμια στο Χαλέπι της Συρίας (Νοέμβριος 2017)
© UNHCR/Susan Schulman
Ο πόνος χωρίς τέλος του άμαχου πληθυσμού της Συρίας σηματοδοτεί την ντροπιαστική αποτυχία της πολιτικής βούλησης και ένα νέο τέλμα στη μακρόχρονη σύρραξη της Συρίας, που αυτόν το μήνα κλείνει το 7ο έτος της, είπε σήμερα ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες Filippo Grandi.
«Αυτός ο επταετής πόλεμος έχει αφήσει στο πέρασμά του μια κολοσσιαία ανθρώπινη τραγωδία. Για χάρη όσων ζουν, τώρα είναι η ώρα να μπει ένα τέλος στην καταστροφική αυτή σύρραξη. Δεν υπάρχουν ξεκάθαροι νικητές σε αυτή την παράλογη επιδίωξη μιας στρατιωτικής λύσης. Όμως είναι ξεκάθαρο ποιοι είναι οι ηττημένοι – ο λαός της Συρίας», πρόσθεσε.
Επτά χρόνια σύρραξης έχουν κοστίσει εκατοντάδες χιλιάδες ζωές, έχουν εκδιώξει 6,1 εκατομμύρια ανθρώπους από τα σπίτια τους στο εσωτερικό της χώρας και έχουν αναγκάσει 5,6 εκατομμύρια πρόσφυγες να αναζητήσουν ασφάλεια σε γειτονικές χώρες στην περιοχή.
Οι συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι άμαχοι μέσα στη Συρία είναι χειρότερες από ποτέ, με το 69 τοις εκατό να υποφέρουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Ο αριθμός των οικογενειών που ξοδεύουν πάνω από το μισό ετήσιο εισόδημά τους σε φαγητό έχει ανέλθει στο 90 τοις εκατό, ενώ οι τιμές των τροφίμων είναι κατά μέσο όρο οκτώ φορές πιο πάνω σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την κρίση. Περίπου 5,6 εκατομμύρια άνθρωποι υπομένουν συνθήκες όπου απειλείται η ίδια τους η ζωή από πλευράς ασφάλειας, βασικών δικαιωμάτων ή συνθηκών διαβίωσης, και απαιτούν επείγουσα ανθρωπιστική βοήθεια.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.) και οι ανθρωπιστικοί εταίροι καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να παρέχουν ανακούφιση σε όσους έχουν επείγουσα ανάγκη στο εσωτερικό της χώρας, αλλά η πρόσβαση στον πληθυσμό που βρίσκεται σε πολιορκημένες και δυσπρόσιτες περιοχές εξακολουθεί να είναι τραγικά ανεπαρκής. Η οχηματοπομπή που μετέφερε ανθρωπιστική βοήθεια προς τους εγκλωβισμένους αμάχους της Ντούμα, στην ανατολική Γούτα στις 5 Μαρτίου ήταν μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη. Ωστόσο, οι συνεχείς βομβαρδισμοί ανάγκασαν τα φορτηγά να φύγουν στη μέση της παράδοσης των τροφίμων που προορίζονταν για τους πεινασμένους αμάχους και οι προσπάθειές μας να επιστρέψουν έχουν εμποδιστεί.
Η Υ.Α. και άλλοι ανθρωπιστικοί φορείς είναι έτοιμοι και ανυπομονούν να μεταφέρουν την κρίσιμης σημασίας ανθρωπιστική βοήθεια στους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που έχουν εγκλωβιστεί σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης στην περιοχή της ανατολικής Γούτα και σε άλλες αποκλεισμένες περιοχές της χώρας.
«Ακόμα και σε καιρό πολέμου, υπάρχουν κανόνες που πρέπει να σέβονται όλες οι πλευρές. Στη Συρία, εξαλείφεται ακόμα και η επιλογή να διαφύγεις από τις μαινόμενες από τον πόλεμο περιοχές για να βρεις ασφάλεια σε άλλες περιοχές της χώρας. Πρέπει να εξασφαλίζεται η πρόσβαση της ανθρωπιστικής βοήθειας σε όσους έχουν ανάγκη. Πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στους ανθρώπους να φεύγουν και να αναζητούν καταφύγιο αλλού, καθώς επίσης να προστατεύονται οι άμαχοι και οι υποδομές για τον άμαχο πληθυσμό, όπως τα νοσοκομεία και τα σχολεία, σε κάθε περίπτωση», είπε ο κ. Grandi.
Στο μεταξύ, η επικίνδυνη κατάσταση εντός των συνόρων της Συρίας καταστρέφει τις ελπίδες εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων που διαμένουν στην Τουρκία, τον Λίβανο, την Ιορδανία, την Αίγυπτο και το Ιράκ, οι οποίοι ονειρεύονται να επιστρέψουν στην πατρίδα τους όταν οι συνθήκες θα είναι ασφαλείς.
«Καθώς οι εχθροπραξίες σε κάποιες περιοχές της Συρίας είναι τόσο βίαιες όσο σε κάθε χρονική στιγμή του πολέμου, είναι κατανοητό ότι οι πρόσφυγες εξακολουθούν να είναι πολύ φοβισμένοι να επιστρέψουν», πρόσθεσε ο κ. Grandi. Η Υ.Α. προετοιμάζει το έδαφος προκειμένου να βοηθήσει στις επιστροφές, αλλά η κατάσταση ασφαλείας πρέπει να βελτιωθεί σημαντικά πριν αρχίσουν να γίνονται επιστροφές.
Στο μεταξύ, η κατάσταση εκατομμυρίων Σύρων που βρίσκονται στην εξορία γίνεται όλο και πιο απελπιστική, με την πλειοψηφία να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Πάνω από τα τρία τέταρτα των προσφύγων που ζουν σε αστικές περιοχές της Ιορδανίας και του Λιβάνου δεν είναι σε θέση να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες, όπως το φαγητό, τη στέγη, την υγεία ή την εκπαίδευση.
Το ποσοστό των παιδιών προσφύγων που πάνε στο σχολείο έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, ωστόσο από τα 1,7 εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες σχολικής ηλικίας, το 43 τοις εκατό εξακολουθεί να βρίσκεται εκτός σχολικών τάξεων. Τα εθνικά δημόσια εκπαιδευτικά συστήματα των χωρών υποδοχής βασίζονται στις απογευματινές βάρδιες για να καλύψουν τις ανάγκες των Σύρων μαθητών και χρειάζονται πολύ περισσότερη στήριξη.
«Αν και το επίκεντρο της προσοχής βρίσκεται στην καταστροφή που συμβαίνει μέσα στη Συρία, δε θα πρέπει να ξεχνάμε τις επιπτώσεις του πολέμου στις κοινότητες υποδοχής στις γειτονικές χώρες, καθώς και τον αντίκτυπο που έχουν τόσα χρόνια εξορίας στους πρόσφυγες», πρόσθεσε ο κ. Grandi. «Όσο δεν βρίσκεται καμία πολιτική λύση για να μπει ένα τέλος στον πόλεμο, η διεθνής κοινότητα πρέπει να επενδύσει ακόμα περισσότερο στις χώρες υποδοχής».
Ο Ύπατος Αρμοστής αναφέρθηκε στην επικείμενη διεθνή διάσκεψη για την υποστήριξη του μέλλοντος της Συρίας και της ευρύτερης περιοχής (Supporting the Future of Syria and the Region) που θα πραγματοποιηθεί στις Βρυξέλλες στις 24 και 25 Απριλίου, η οποία τόνισε ότι πρέπει να οδηγήσει σε αμετάκλητες δεσμεύσεις για αυξημένη οικονομική και αναπτυξιακή στήριξη.
Στο πέρασμα των χρόνων, η υποστήριξη των δωρητών υπήρξε γενναιόδωρη, αλλά χρειάζεται ακόμα μεγαλύτερη. Τον περασμένο Δεκέμβριο, οργανισμοί των Ηνωμένων Εθνών και περίπου 270 ΜΚΟ εταίροι δημοσίευσαν το Περιφερειακό Σχέδιο για τους Πρόσφυγες και την Αποκατάσταση στη Συρία του 2018 (3RP), το οποίο ανέρχεται στα 4,4 δισεκατομμύρια δολάρια και στοχεύει στην παροχή στήριξης και των προσφύγων και των μελών των κοινοτήτων που τους υποδέχονται. Όμως το χάσμα που υπάρχει μεταξύ των αναγκών και των διαθέσιμων πόρων εξακολουθεί να είναι πολύ μεγάλο. Το 2017, η διεθνής ανταπόκριση έλαβε μόνο τη μισή από την απαιτούμενη χρηματοδότηση.
Ο Ύπατος Αρμοστής βρίσκεται τώρα στον Λίβανο, όπου τις τελευταίες τρεις μέρες έχει συναντηθεί με ανώτερους κυβερνητικούς αξιωματούχους και ορισμένους από τους σχεδόν ένα εκατομμύριο καταγεγραμμένους Σύρους πρόσφυγες που ζουν εκεί. Επαίνεσε τη γενναιοδωρία της χώρας που έχει υποδεχθεί σχεδόν τον ίδιο αριθμό Σύρων με το σύνολο των Ευρωπαϊκών χωρών συνδυαστικά. Προειδοποίησε, ωστόσο, ότι η ανεπαρκής διεθνής στήριξη αυξάνει την ευαλωτότητα των προσφύγων και των τοπικών κοινοτήτων όπου διαμένουν.
Μοιράσου το στο Facebook Μοιράσου το στο Twitter